Γράφει η Άννη Νούνεση.
Ένα κορίτσι με τιρκουάζ κεφάλι ένευσε φιλιά στο αγόρι της.
Την πρόλαβε το λεωφορείο.
Γρήγορα περπατά είπα.
Ο πατέρας που αποχαιρέτησε τον γιο του στο ΚΤΕΛ, φόραγε τώρα τα μαύρα του γυαλιά.
Μια κόρη είπε “μαμά”, ξεκινήσαμε.
Η ηλικιωμένη κυρία στο διπλανό κάθισμα κράταγε το τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση. Ακούστηκε ένα “Παναγία κοντά σας”. Θεώρησα ότι αφορά ολόκληρο το όχημα.
Ο κύριος δίπλα μου ρώτησε τον οδηγό αν είναι εξασφαλισμένα από κάτω τα αυγά του γιατί ήταν φρέσκα.
Ο οδηγός έψαχνε σταθμούς, μισό τραγούδι, μετά παράσιτα.
Κυριακή πρωί. Οι δρόμοι άδειοι. Μπαίνοντας στην πόλη αυξήθηκε η κίνηση.
“Στις πέντε” είπε στο τηλέφωνο ο οδηγός,
“Μέχρι τις δέκα. Ετοιμάσου εσύ, φτάνουν οι ώρες”.
Όντως φτάσαμε στις πέντε.