Εικονογράφηση: Μάνος Συμεωνάκης
Πριν από μερικά χρόνια, όταν έβγαζα το περιοδικό Science Illustrated, βρέθηκα μπροστά σε ένα συγκλονιστικό, για μένα, ιστορικό θέμα.
Το αναφέρω εν συντομία: Το 1932 ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κεμάλ Ατατούρκ είχαν έρθει σε συμφωνία να προτείνει ο ένας τον άλλο για το Νόμπελ Ειρήνης.
Το θέμα είναι σχετικά γνωστό, σε κάποιους κύκλους, αλλά κανένα από τα διάφορα δημοσιεύματα δεν συνοδεύεται από τις ενυπόγραφες επιστολές τόσο του Βενιζέλου όσο και του Κεμάλ με την πρόταση προς την Νορβηγική Επιτροπή, οπότε υπήρχε έντονη αμφισβήτηση για το αν είναι πραγματικό γεγονός ή κακοπροαίρετη φήμη.
Είχα βρει την ενυπόγραφη επιστολή του Βενιζέλου. Είχα ένα συγκλονιστικό θέμα στα χέρια μου.
Το εκμυστηρεύτηκα συνολικά σε τρεις ανθρώπους, σε έναν που συνέβαλε αποφασιστικά σε κάποιο σημαντικό σημείο της έρευνας, σε έναν που επί δύο μήνες ψάχναμε μαζί σε διάφορα αρχεία και φθάσαμε έως το αρχείο της Νορβηγικής Επιτροπής Νόμπελ και δυο μέρες πριν κυκλοφορήσει το περιοδικό, στον επιστήθιο φίλο μου, με τον οποίο, 56 χρόνια τώρα, έχουμε μοιραστεί ακόμα και το ίδιο χεσμένο σώβρακο.
«Εσύ θέλεις να το πεις, πόσο σίγουρος είσαι όμως ότι οι άλλοι θέλουν να το μάθουν, γιατί τους χαλάς τον μύθο;», ήταν η αντίδρασή του.
Σοκαρίστηκα. Η αλήθεια είναι ότι έκανα ώρα να συνέλθω.
Είχε απόλυτο δίκιο. Εμπόδιο στη δημοσιογραφία δεν είναι μόνο τα μεγάλα οργανωμένα συμφέροντα, αυτά που χρησιμοποιούν μία επίπλαστη δημοκρατία ως άλλοθι για να αυθαιρετούν.
Πολλές προσπάθειες ενημέρωσης της κοινής γνώμης, δεν προσκρούουν μόνο στην καχυποψία και τη ζήλεια των διπλανών μας ή στους κανόνες μιας παρασιτικής αγοράς που δεν παράγει, δεν δημιουργεί αλλά προσπαθεί να ζήσει και να διαιωνιστεί από τη σάρκα του άλλου.
Προσκρούουν επίσης και στον αναγνώστη, ακροατή, τηλεθεατή, ο οποίος δεν θέλει να ξεβολευτεί, δεν θέλει να χάσει την ηρεμία που δυσκολεύεται να αποκτήσει, δεν θέλει να ταραχθούν τα λιμνάζοντα ύδατα της Νιρβάνας του.
Έτσι έχει μάθει, έτσι τον έχουν μάθει. Να καταναλώνει εύπεπτα υλικά που θα τον κρατάνε έξω από αυτά «που είναι θέματα άλλων». Τον έχουν καταστήσει παθητικό καταναλωτή ενημέρωσης, διότι του έχουν στερήσει τη δυνατότητα χρήσης της πληροφορίας που τίθεται υπόψη του.
Τι να την κάνει τη γνώση για τον Βενιζέλο; Να αλλάξει την ιστορία που έμαθε; Τι να κάνει την είδηση για τη Novartis, το θέμα των τηλεφωνικών υποκλοπών;
Να γκρεμίσει όλη την εικόνα που έχει για τον γιατρό του; Μήπως πάντα έτσι δεν γινόταν;
Ο αναγνώστης, εν προκειμένω, δύσκολα μπορεί να κάνει κάτι αυτό που μαθαίνει, πέραν μιας κουβέντας με τους φίλους του. Δεν έχει τη δύναμη και τον τρόπο να το χρησιμοποιήσει για ν’ αλλάξει κάτι, με αποτέλεσμα να μετατρέπεται μέσα του σε εφιάλτη της καθημερινότητας ή –στην καλύτερη περίπτωση– βάρος στην συνείδησή του.
Έχει, όμως, ευθύνη, κι αυτή η ευθύνη απορρέει από την ιδιότητα του ως πολίτη.
Όπως έχει δικαίωμα να ψηφίζει και να δεσμεύει με την επιλογή του, όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και τους συμπολίτες του, έχει και την υποχρέωση να επιλέγει και να ενισχύει τις πηγές σωστής ενημέρωσης ώστε να έχει τα εφόδια να αντιμετωπίσει αυτούς που τον θέλουν στο περιθώριο, για να ασχολούνται μόνο εκείνοι με τα θέματά του.
Φυσικά προς δικό τους άμεσο ή έμμεσο όφελος.
(Θα επανέλθω στο θέμα του Νόμπελ Ειρήνης και στη συμφωνία Βενιζέλου – Κεμάλ)