26.7 C
Galatsi
Δευτέρα, 20 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Αντίσταση είναι όταν φροντίζω, αυτό που δεν μου αρέσει, να μην συνεχίζεται

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Σαν σήμερα 9 Μαΐου, του 1976, βρέθηκε απαγχονισμένη στο κελί της η Ουλρίκε Μάινχοφ.

    Η Ουλρίκε Μάινχοφ ήταν Γερμανίδα δημοσιογράφος, αρχισυντάκτρια της εφημερίδας Konkret, και από το 1970 ιδρυτικό και ηγετικό μέλος της οργάνωσης Φράξια Κόκκινος Στρατός (RAF), που έδρασε στη Δυτική Γερμανία. Το 1970 συνέβαλλε στην απελευθέρωση του Αντρέας Μπάαντερ από την φυλακή και το 1972 σε πέντε βομβιστικές επιθέσεις.

    Αποσπάσματα από τη Wikipedia

    -- Διαφήμιση --

    Η κόρη του ιστορικού τέχνης Βέρνερ Μάινχοφ και της Ίνγκεμποργκ Μάινχοφ γεννήθηκε το 1934 στο Ολδεμβούργο, όπου έζησε τα παιδικά της χρόνια. Η οικογένεια μετακόμισε στην Ιένα όταν δόθηκε στον πατέρα της η ευκαιρία να εργαστεί στο μουσείο της πόλης. Το 1940 όμως, αυτός πέθανε από καρκίνο. Κατόπιν η μητέρα της Μάινχοφ αποφάσισε να σπουδάσει Ιστορία της Τέχνης. Εκείνο το διάστημα έγιναν οι πρώτες επαφές με τη Ρενάτε Ρίμεκ (Renate Riemeck), μια συμφοιτήτρια της μητέρας. Νοίκιασε ένα δωμάτιο των Μάινχοφ και έγινε για αρκετά χρόνια άτομο εμπιστοσύνης για την Ούλρικε. Στην ηλικία των έντεκα η Ούλρικε έζησε την εισβολή των Αμερικανών στην Ιένα και το τέλος του πολέμου. Για να αποφύγουν τη δύσκολη ζωή στις κατεστραμμένες πόλεις της Γερμανίας, κατέφυγαν στο Μπαντ Μπέρνεκ, μια μικρή πόλη της βόρειας Βαυαρίας και το 1946 εγκαταστάθηκαν στο Ολδεμβούργο. Δυο χρόνια αργότερα πέθανε και η μητέρα, Ίνγκεμποργκ Μάινχοφ. Τότε η ιστορικός Ρενάτε Ρίμεκ ανέλαβε την κηδεμονία της δεκατετράχρονης Ούλρικε και της μεγάλης της αδερφής, της Βίνκε.

    Το 1955 η Ούλρικε τελείωσε το σχολείο στο Gymnasium Philippinum Weilburg στην πόλη Βάιλμπουργκ, όπου ως μαθήτρια ίδρυσε τη σχολική εφημερίδα Spektrum, η οποία κυκλοφορεί μέχρι σήμερα.

    -- Διαφήμιση --

    Την ίδια χρονιά άρχισε σπουδές στη φιλοσοφία, παιδαγωγική, κοινωνιολογία και γερμανική φιλολογία στο πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ, στις οποίες υποστηρίχθηκε οικονομικά από την Studienstiftung des deutschen Volkes, μια οργάνωση προώθησης ταλαντούχων φοιτητών. Το 1957 άλλαξε πανεπιστήμιο και πήγε στο Πανεπιστήμιο του Μίνστερ, όπου προσχώρησε στην οργάνωση σπουδαστών του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, το Sozialistischer Deutsche Studentenbund (SDS). Επίσης στο Μίνστερ έγινε το 1957 εκπρόσωπος της επιτροπής Anti-Atomtod-Ausschuss, ενός αντιπυρηνικού κινήματος κατά των σχεδίων της χριστιανοδημοκρατικής κυβέρνησης του Κόνραντ Αντενάουερ, που προέβλεπαν τον πυρηνικό εξοπλισμό του γερμανικού στρατού. Το 1958 ήταν για μικρό διάστημα μέλος της Γενικής Φοιτητικής Επιτροπής AStA του πανεπιστημίου. Δημοσίευσε άρθρα σε διάφορες φοιτητικές εφημερίδες (όπως στην david), τις οποίες εξέδιδε η ομάδα της SDS του Μίνστερ. Το ίδιο έτος έγινε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος KPD που το 1956 απαγορεύτηκε από το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο.

    Η δημοσιογράφος

    Η Ουλρίκε Μάινχοφ εργάστηκε από το 1959 ως το 1969 ως δημοσιογράφος της αριστερής εφημερίδας konkret, όπου από το 1960 μέχρι το 1964 ήταν αρχισυντάκτρια. Το διάστημα αυτό πήρε μέρος σε πολυάριθμες δημόσιες διοργανώσεις και διαμαρτυρίες και έτσι εξελίχθηκε σε συμβολική μορφή της γερμανικής αριστεράς.

    Το 1961 παντρεύτηκε τον εκδότη της konkret, Κλάους Ράινερ Ρελ και έγινε μητέρα δύο δίδυμων κοριτσιών, της Ρεγκίνε και της Μπετίνα. Στα πλαίσια της δημοσιογραφικής της εργασίας σχετικά με την δίκη μετά από την πυρπόληση ενός πολυκαταστήματος στην Φρανκφούρτη, γνώρισε τους κατηγορούμενους Θόρβαλντ Προλ, Χορστ Σένλαϊν και τους κατοπινούς ιδρυτές της Φράξιας Κόκκινος Στρατός, Αντρέας Μπάαντερ και Γκούντρουν Έσλιν.

    Στροφή προς την ριζοσπαστική κριτική

    Με αφορμή την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ρούντι Ντούτσκε, του συμβόλου του φοιτητικού και εξωκοινοβουλευτικού κινήματος, που έγινε στις 11 Απριλίου του 1968, η Μάινχοφ δημοσίευσε σχετικό σχόλιο στην konkret. Στα ακόλουθα αποσπάσματα εκδηλώνεται η κατοπινή της ιδεολογική ριζοσπαστικοποίηση.

    • «Διαμαρτυρία είναι όταν λέω πως αυτό κι αυτό δεν μου αρέσει. Αντίσταση είναι όταν φροντίζω αυτό που δε μου αρέσει, να μη συνεχίζεται.»
    • «Το όριο μεταξύ προφορικής διαμαρτυρίας και σωματικής αντίστασης ξεπεράστηκε στα πλαίσια των διαμαρτυριών κατά της απόπειρας δολοφονίας κατά του Ρούντι Ντούτσκε, πραγματικά και όχι μονάχα συμβολικά, για πρώτη φορά μαζικώς.»
    • «Τώρα που έγινε φανερό ότι είναι διαθέσιμα και άλλα μέσα εκτός από διαδηλώσεις και εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, αφού δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ρούντι Ντούτσκε, τώρα που έσπασαν τα δεσμά του ήθους και της αξιοπρέπειας, μπορεί και πρέπει συζητηθεί εκ νέου η βία και η αντιβία. (…) Η αντιβία διατρέχει τον κίνδυνο να γίνει βία, όπου η βιαιότητα της αστυνομίας καθορίζει το νόμο της δράσης, όπου η ανήμπορη οργή αντικαθιστά την ανώτερη φρόνηση, όπου η παραστρατιωτική ενέργεια της αστυνομίας απαντάται με παραστρατιωτικά μέσα.»
    • «Τελείωσαν τα αστεία.»

    Το 1970 γύρισε την τηλεοπτική ταινία Bambule, για την οποία έγραψε και το σενάριο. Στην ταινία αυτή επέκρινε τις αυταρχικές μεθόδους και τις συνθήκες ζωής σε ένα άσυλο κοριτσιών του Δυτικού Βερολίνου. Η ταινία θα προβάλλονταν από το γερµανικό κανάλι ARD στις 24 Μαΐου 1970. Η προβολή όμως ακυρώθηκε λίγες μέρες πριν, όταν η Μάινχοφ άρχισε την δράση για την απελευθέρωση του Αντρέας Μπάαντερ, ο οποίος ήταν φυλακισμένος στο Βερολίνο.

    Η Μάινχοφ συνέχισε στο εξής να γίνεται περισσότερο ριζοσπαστική και ασυμβίβαστη. Στις 14 Μαΐου 1970 βοήθησε στην απελευθέρωση του Αντρέας Μπάαντερ. Κατά την διάρκεια της απελευθέρωσης πυροβολήθηκε και τραυματίστηκε σοβαρά ο Γκέοργκ Λίνκε ένας εργαζόμενος του Γερμανικού Κεντρικού Ινστιτούτου για Κοινωνικά Ζητήματα στο Βερολίνο. Η απελευθέρωση του Μπάαντερ θεωρείται γενικώς η πρώτη δράση της RAF και η «ιδρυτική της πράξη». Από την μέρα αυτή η αναγνωρισμένη δημοσιογράφος Ουλρίκε Μάινχοφ καταζητείται διά νόμου.

    Σε μια συνέντευξη που έδωσε στη Γαλλίδα Μισέλ Ρέι Γαβρά και η οποία μαγνητοσκοπήθηκε και δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 1970 στο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel σχολίασε την κριτική σχετικά με την χρήση πυροβόλων όπλων στην απελευθέρωση του Μπάαντερ ως εξής: «Λέμε φυσικά ότι οι μπάτσοι είναι γουρούνια. Λέμε, ο τύπος με την στολή είναι γουρούνι, δεν είναι άνθρωπος. Και έτσι πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουμε τίποτε να πούμε με αυτόν και είναι λάθος ακόμα και να τους μιλήσουμε. Και φυσικά μπορούμε να πυροβολήσουμε.»

    Από τον Ιούνιο έως τον Αύγουστο του 1970 ήταν σε στρατόπεδο της παλαιστινιακής οργάνωσης Αλ Φατάχ στην Ιορδανία, όπου εκπαιδεύτηκε στρατιωτικά μεταξύ άλλων μαζί με τους Αντρέας Μπάαντερ, Γκούντρουν Ένσλιν, Χορστ Μάλερ, Πέτερ Χόμαν, Μπριγκίτε Άσντονκ. Ως «αντάρτης πόλεων» η Μάινχοφ συμμετείχε σε διάφορες ένοπλες ληστείες σε τράπεζες και το 1972 βοήθησε σε συνολικά πέντε βομβιστικές επιθέσεις. Το 1971 και 1972 έγραψε συνολικά τρεις διακηρύξεις της RAF, οι οποίες προσέφεραν ιδεολογικό υπόβαθρο στον λεγόμενο «ένοπλο αγώνα».

    Επειδή η Μάινχοφ δεν ήθελε να αναλάβει ο Κλάους Ράινερ Ρελ την ανατροφή των κορών τους, αποφάσισε να τις κρύψει στην κοινότητα Γκιμπελίνα της Σικελίας. Επιθυμία της ήταν, οι κόρες της να μεγαλώσουν στην αδερφή της. Ένας γνωστός του Ρελ, ο κατοπινός εκδότης του Der Spiegel Στέφαν Άουστ, έμαθε από τον Πέτερ Χόμαν μέλος της RAF που στο μεταξύ είχε εγκαταλείψει την οργάνωση, για το συγκεκριμένο μέρος όπου θα έκρυβαν τα κορίτσια. Ταξίδεψε εκεί, τα έφερε στο Αμβούργο και τα παρέδωσε στον πατέρα τους, ο οποίος συνεργαζόταν εκείνο τον καιρό μαζί με την Ρενάτε Ρήμεκ και την αντιτρομοκρατική (BKA) για την σύλληψη της Μάινχοφ. Η πρώτη κόρη του Κλάους Ράινερ Ρελ, η Anja Röhl, που είχε σαν θετή μητέρα την Ουλρίκε Μάινχοφ, αργότερα κατήγγειλε τον πατέρα της για σεξουαλική παρενόχληση.

    Σύλληψη και φυλάκιση

    Στις 15 Ιουνίου 1972 η αστυνομία του Λανγκενχάγκεν κοντά στο Αννόβερο έλαβε πληροφορίες από το δάσκαλο Φριτς Ρόντεβαλντ (Fritz Rodewald), ο οποίος υποψιαζόταν ότι οι νέοι του ενοικιαστές ήταν μέλη της RAF. Η αστυνομία συνέλαβε τον οπλισμένο Γκέρχαρντ Μύλερ και την αγνώριστη λόγω εξωτερικής εμφάνισης Ουλρίκε Μάινχοφ, η οποία αντιστάθηκε στην σύλληψή της.

    Από τις 16 Ιουνίου 1972 μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 1973 η Μάινχοφ κρατήθηκε τελείως απομονωμένη στην λεγόμενη «νεκρή πτέρυγα» της φυλακής Κολωνίας-Όσσενντορφ. Το όνομα αυτό της δόθηκε από την ίδια την Μάινχοφ που υπέφερε από την απομόνωσή της.

    Το διάστημα αυτό έγραψε το κείμενο «Επιστολή από την νεκρή πτέρυγα» το οποίο μεταφέρθηκε κρυφά έξω από την φυλακή και δημοσιεύτηκε. Το κείμενο αυτό είχε μεγάλη επίδραση στους υποστηρικτές της.

    Στις 29 Νοεμβρίου 1974 καταδικάστηκε σε οκτώ χρόνια φυλάκιση για την βομβιστική επίθεση στο κεντρικό κτίριο του εκδοτικού οίκου Axel Springer, που είχε πραγματοποιηθεί το 1972 στο Αμβούργο. Κατόπιν η Μάινχοφ μεταφέρθηκε στις φυλακές υψίστης ασφαλείας στο Στάμχαϊμ της Στουτγάρδης, όπου κρατούνταν και άλλοι εννιά φυλακισμένα μέλη της RAF. Στις 21 Μαΐου 1975 κατηγορήθηκε στην δίκη του Στάμχαϊμ για τετραπλή ανθρωποκτονία. Πριν όμως καταδικαστεί, η Μάινχοφ αυτοκτόνησε.

    Θάνατος

    Στις 9 Μαΐου 1976 η Ούλρικε Μάινχοφ βρίσκεται κρεμασμένη στο κελί 719 των φυλακών υψίστης ασφαλείας στο Στάμχαϊμ της Στουτγάρδης. Η επίσημη νεκροψία είχε ως αποτέλεσμα την διαπίστωση αυτοκτονίας. Μια δεύτερη έρευνα έγινε στις 11 Μαΐου έπειτα από απαίτηση της αδερφής της Μάινχοφ, Βίνκε Τσίτσλαφ στα πλαίσια της οποίας ο ιατροδικαστής Γιάνσεν (Janssen) κατέληξε ότι η πιθανότερη αιτία του θανάτου ήταν “αυτοκτονία δια απαγχονισμού”, ωστόσο, για να αποφανθεί οριστικά, επέμεινε να του δοθεί πρόσβαση στην έκθεση της πρώτης αυτοψίας, διευκρινίζοντας ότι πολλές εξετάσεις δεν μπορούσαν να γίνουν πλέον, κάτι το οποίο δεν έγινε ποτέ.

    Μια διεθνή επιτροπή έρευνας και μέλη της RAF αμφισβητούσαν την εκδοχή της αυτοκτονίας της Μάινχοφ. Οι συνθήκες θανάτου και η δημοσίευση των αποτελεσμάτων της έρευνας αυτής, οδήγησαν πολλούς στο συμπέρασμα, ότι ακόμη και το δυτικογερμανικό κράτος θα μπορούσε να είναι υπεύθυνο για τον θάνατο της Μάινχοφ. [16]

    Ο τάφος της Ουλρίκε Μάινχοφ

    Στις 16 Μαΐου 1976, η Ούλρικε Μάινχοφ κηδεύτηκε στο νεκροταφείο του Μαρίεντορφ στο Δυτικό Βερολίνο. Στην κηδεία διαδήλωσαν 4.000 άτομα.
    Η κόρη της Ουλρίκε Μάινχοφ, δημοσιογράφος Μπετίνα Ρελ έμαθε το φθινόπωρο του 2002 ότι ο εγκέφαλος της μητέρας της δεν είχε ταφεί. Αντ’ αυτού διατηρήθηκε για δεκαετίες σε φορμαλδεΰδη κι εξετάζονταν σε μια κλινική του Μαγδεβούργου. Η επιτροπή βιοηθικής και δεοντολογίας απαγόρευσε στους επιστήμονες κάθε συνέχεια των ερευνών τους όπως και την δημοσίευση των μέχρι τότε αποτελεσμάτων. Η εισαγγελία της Στουτγάρδης φρόντισε για την αποτέφρωση του εγκέφαλου και για την επιστροφή της στάχτης στους συγγενείς της Μάινχοφ.

    Φωτογραφία wikipedia – Mutter Erde

    Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στον Ιό της εφημερίδας Ελευθεροτυπία στις 7 Δεκεμβρίου 2002.

    Ο εγκέφαλος του τρόμου
    Ο δεύτερος θάνατος της Ουλρίκε Μάινχοφ συντελείται με την επί δεκαετίες διερεύνηση του εγκεφάλου της
    “Το τελευταίο μυστικό της Ουλρίκε Μάινχοφ” («Der Spiegel», 8/11/2002)

    Πριν από ένα μήνα αποκαλύφθηκε στη Γερμανία ένα από τα πολυάριθμα μυστήρια που συνοδεύουν το μύθο της πρώτης γενιάς της RAF, και ιδιαίτερα της ηγετικής μορφής αυτής της οργάνωσης, της Ουλρίκε Μάινχοφ. Ο εγκέφαλος της Μάινχοφ δεν θάφτηκε ποτέ με το σώμα της στο νεκροταφείο του Βερολίνου, μετά τον ανεξιχνίαστο θάνατό της στο λευκό κελί του Σταμχάιμ στις 9 Μαΐου 1976. Εμεινε στα χέρια των “ειδικών” που τον τεμαχίζουν σε πολυάριθμα τμήματα, αναζητώντας εναγωνίως τη “λυδία λίθο” της τρομοκρατίας.

    Η ανατριχιαστική αποκάλυψη ήρθε στο φως χάρη στις έρευνες των δυο δίδυμων θυγατέρων της Μάινχοφ. Μετά από κάποιες πρόχειρες διαψεύσεις, οι αρχές παραδέχτηκαν το γεγονός. Η μακάβρια διαδρομή του εγκεφάλου ανασυντίθεται τώρα, με βάση τις μαρτυρίες των επιστημόνων που τον επεξεργάζονται και τον μελετούν. Η αρχική μελέτη ανήκει στο νευρολόγο του Πανεπιστημίου του Τίμπιγκεν Γίργκεν Πφάιφερ, ο οποίος ανέλαβε τη νεκροψία του εγκεφάλου, ευθύς μετά το θάνατο της Μάινχοφ. Στην έκθεσή του, ο 80χρονος σήμερα Πφάιφερ είχε τότε επισημάνει ότι “από νευρολογική άποψη, οι εγκεφαλικές βλάβες που διαπιστώνονται στον εγκέφαλο θέτουν το ερώτημα μήπως η εκλιπούσα δεν είχε τη διανοητική κατάσταση που απαιτείται από τη δικαστική διαδικασία καταλογισμού ευθυνών”. Όλες αυτές οι βλάβες αποδίδονταν από τον Πφάιφερ σε μια εγχείρηση που υπέστη η Μάινχοφ το 1962 για την αφαίρεση κάποιου όγκου από τον εγκέφαλό της. Είχε τότε αποδειχτεί ότι επρόκειτο για απλό αιμάτωμα και όχι για κακοήθη όγκο, όμως οι τεχνικές της εποχής δεν διασφάλισαν την απόλυτη επιτυχία της επέμβασης και -πάντα κατά τον Πφάιφερ- αυτή η επέμβαση ερμηνεύει τη μετέπειτα συμπεριφορά της.

    Τρελή κι αδέσποτη;

    Ηταν, λοιπόν, η Μάινχοφ μια διαταραγμένη προσωπικότητα, μια νοητικά και ψυχικά ασθενής, ανίκανη προς καταλογισμό, που παρασύρθηκε στη βία και την τρομοκρατία εξαιτίας της εγκεφαλικής της βλάβης; Στο ερώτημα αυτό έχουν απαντήσει θετικά οι δικοί της άνθρωποι. Η κόρη της Μάινχοφ δημοσιογράφος Μπετίνα Ρελ (που γεννήθηκε το 1962, τη χρονιά της εγχείρησης) ερμηνεύει μ’ αυτό τον τρόπο τη στάση της μητέρας της απέναντι στην ίδια και την αδελφή της. Η θετή μητέρα της Μάινχοφ Ρενάτε Ρίμεκ είχε από το 1977 απαντήσει σε σχετικό ερώτημα του Γίργκεν Πφάιφερ ότι πράγματι μετά το 1962 παρατήρησε σοβαρή αλλοίωση των ψυχικών και νοητικών αντιδράσεων της Μάινχοφ, ενώ και ο σύζυγός της (στο διάστημα 1961-68) Κλάους Ράινερ Ρελ, δήλωνε ήδη από το 1972 ότι “ήταν σίγουρος” πως η τετράωση επέμβαση “είχε προκαλέσει την εξασθένηση της ψυχικής της δομής” και τη “ριζοσπαστικοποίηση ορισμένων χαρακτηριστικών που προϋπήρχαν”.

    Ο εισαγγελέας της δίκης του Σταμχάιμ έσπευσε τώρα να ειρωνευτεί ανοιχτά: “Θα είναι πολύ οδυνηρό αν αποδειχτεί στο τέλος ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι (σ.σ. εννοεί τα μέλη της RAF και τους υποστηρικτές τους) παρασύρθηκαν από μια τρελή”. Βέβαια θα περίμενε κανένας από έναν νομικό να διαπιστώσει ότι είναι πιο οδυνηρό να καταδικάζεται μια “τρελή” και να αναρωτιόμαστε αν έπρεπε να της καταλογιστούν οι πράξεις της 26 χρόνια μετά το θάνατό της.

    Η υπόθεση, όμως, αυτή δεν είναι σημερινή. Όπως δηλώνει σήμερα ο διακεκριμένος νομικός Χάινριχ Χανόφερ, “δεν υπήρξε ούτε στιγμή αμφιβολίας στην πλευρά των υπερασπιστών της ότι η Ουλρίκε Μάινχοφ είχε απόλυτη ευθύνη και συνείδηση των πράξεών της. Από τότε η ίδια η Μάινχοφ απέρριπτε το ερώτημα, μήπως η εγχείρηση του 1962 απαιτούσε μια εξέταση ειδικών για να διερευνηθεί η ικανότητά της προς καταλογισμό ευθυνών. Το θεωρούσε πάντοτε μια τερατώδη δυσφήμηση των πολιτικών της κινήτρων”.

    Όταν, βέβαια, παρουσιάστηκε στη δίκη του Σταμχάιμ (21/5/1975) η Μάινχοφ δήλωσε αδυναμία να συμμετάσχει: “Δεν είμαι σε θέση ούτε καν να μιλήσω και να εκφραστώ. Είναι παράλογο να σκεφτεί κανείς ότι τα τελευταία τρία χρόνια πέρασαν από πάνω μας χωρίς να μας αφήσουν σημάδια”. Να, λοιπόν, η “τρέλα” και η “διαταραχή” της. Το στίγμα του λευκού κελιού, το οποίο έχει περιγράψει η ίδια σε ένα από τα πιο συγκλονιστικά κείμενά της: “Το αίσθημα ότι το κελί ταξιδεύει. Ξυπνάς, ανοίγεις τα μάτια σου: το κελί ταξιδεύει. Το απόγευμα, μόλις μπει μια ηλιαχτίδα, ξαφνικά το κελί σταματά. Δεν μπορείς να αποβάλεις αυτό το αίσθημα ότι ταξιδεύεις”.

    Ο τρόμος και η τρέλα

    Η “τρέλα” είναι η εύκολη λύση, για να ερμηνευτεί η ριζοσπαστικοποίηση ενός ολόκληρου κινήματος μετά το 1967. Η ένοπλη βία ήταν πάντα κάτι το ανεξήγητο για τα δυτικά κράτη και τους πολιτικούς αναλυτές τους. Κανένα καθεστώς δεν ανέχεται την απόλυτη αμφισβήτησή του. Ούτε καν η σύγχρονη δημοκρατία. Πριν από λίγα χρόνια η Σοβιετική Ένωση αντιμετώπιζε τους ετερόδοξους διανοητές με τα ψυχιατρεία. Και λίγες δεκαετίες νωρίτερα οι εχθροί του τρίτου Ράιχ έπαιρναν την ταμπέλα του υπάνθρωπου. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ειδικοί επιστήμονες τεκμηρίωναν τις αποφάνσεις των πολιτικών ηγεσιών και εκμεταλλεύονταν το πλούσιο υλικό που τους παραδινόταν για εξέταση, χαρακτηρισμό, αρχειοθέτηση και… κάψιμο.

    Ειδικά η προσωπικότητα της Ουλρίκε Μάινχοφ προκαλούσε την απόλυτη αμηχανία στους ειδικευμένους τρομοκρατολόγους της δεκαετίας του ’70 στη Δυτική Γερμανία. Ήταν αδύνατο να φανταστούν με ποια νοητική, ψυχική και πολιτική διαδρομή, η πετυχημένη, ταλαντούχα δημοσιογράφος και συγγραφέας, αυτή η κοφτερή πένα και χαρισματική εκπρόσωπος της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, η παντρεμένη και μητέρα, η καλοζωισμένη μεσοαστή, κήρυξε ξαφνικά τον πόλεμο στο κράτος, στον ιμπεριαλισμό, στην κοινωνία, και αποφάσισε να μοιραστεί τη σκοτεινή μοίρα της “συμμορίας” του Μπάαντερ. Η “τρέλα” ήταν λοιπόν μια καλοδεχούμενη εξήγηση.

    Όλα αυτά θα γίνονταν πιστευτά ή τουλάχιστον θα ήταν συζητήσιμα, αν λίγες μέρες μετά την αποκάλυψη της περιπέτειας του εγκεφάλου της Μάινχοφ δεν υπήρχε και συνέχεια. Αποκαλύφθηκε ότι την ίδια τύχη είχαν και οι εγκέφαλοι των συντρόφων της, του Αντρέας Μπάαντερ, της Γκούντρουν Ενσλιν και του Γιαν-Καρλ Ράσπε, οι οποίοι βρέθηκαν νεκροί κι αυτοί στα λευκά κελιά του Σταμχάιμ, κάτω από εξίσου μυστηριώδεις συνθήκες, το μαύρο φθινόπωρο του 1977. Οι τρεις εγκέφαλοι περιήλθαν στα χέρια του ίδιου ειδικευμένου επιστήμονα, του Γίργκεν Πφάιφερ, στο Πανεπιστήμιο του Τίμπιγκεν, χωρίς να λάβουν γνώση οι συγγενείς των νεκρών. Μέχρι το 1988 που βγήκε στη σύνταξη, ο Πφάιφερ μελετούσε ή τουλάχιστον διατηρούσε στο πλούσιο αρχείο του τους τρεις εγκεφάλους. Δεν γνωρίζουμε τι απέγιναν στη συνέχεια οι εγκέφαλοι αυτοί.

    Με μια σαρκαστική επιστολή τους προς την εφημερίδα Tageszeitung ο γιος της Ένσλιν, Φέλιξ, η αδελφή της Κριστιάνε και ο αδελφός της Γκότφριντ προσφέρουν και τους δικούς τους εγκεφάλους για το καλό της επιστημονικής έρευνας και ζητούν από τον σημερινό υπουργό Εσωτερικών -και τότε συνήγορο των τριών της RAF- Οτο Σίλι, από τον τότε καγκελάριο Χέλμουτ Σμιτ και από τον τότε αρχηγό της αστυνομίας να τους μιμηθούν. “Αν δεν κάνουμε λάθος αυτή η έρευνα θα αποδώσει πολλά”, λένε οι συγγενείς της Ενσλιν και μιλούν ανοιχτά για “γερμανική παράδοση” που τιμούν οι διακινητές των εγκεφάλων, παραπέμποντας σαφώς στο ναζιστικό παρελθόν.

    Και τι απέδωσαν όλες αυτές οι επιστημονικές μελέτες; Από το 1997 ο εγκέφαλος της Μάινχοφ παραδόθηκε από τον Πφάιφερ στον συνάδελφό του του Πανεπιστημίου του Μαγδεμβούργου Μπέρνχαρντ Μπόγκερτς. Τα πορίσματα του Μπόγκερτς θα τα μάθουμε σε λίγους μήνες. Στις αρχές, λέει, του 2003 θα δημοσιεύσει τη μελέτη του. Αυτό, όμως, που ήδη γνωρίζουμε είναι αρκετό. Ο Μπόγκερτς είχε την έμπνευση να συγκρίνει τον εγκέφαλο της Μάινχοφ με τον εγκέφαλο ενός διάσημου σίριαλ-κίλερ, του Ερνστ Βάγκνερ, ο οποίος δολοφόνησε το 1913 στο Σβάμπεν 14 ανθρώπους! Ο Μπόγκερτς έχει ήδη διαγνώσει παρόμοιες εγκεφαλικές ανωμαλίες στους δύο εγκεφάλους. Ενδιαφέρον έχει και το πού βρήκε ο Μπόγκερτς τον εγκέφαλο του Βάγκνερ. Τον είχε στη “συλλογή” του ο διάσημος Οσκαρ Φογκτ, ο οποίος είχε τεμαχίσει τον εγκέφαλο του Λένιν μετά το θάνατό του για να αποδείξει τη μεγαλοφυΐα του, προς δόξαν της Σοβιετικής Ενωσης. Κάτι δηλαδή μεταξύ Λομπρόζο και Μένγκελε.

    Ο δικηγόρος Χάινριχ Χανόφερ προσθέτει και μια άλλη διάσταση στο θέμα. Στηρίζεται στο γεγονός ότι η μοναδική νόμιμη διαδικασία αφαίρεσης του εγκεφάλου από έναν νεκρό χωρίς τη συγκατάθεση των οικείων του είναι, σύμφωνα με την παράγραφο 87 του γερμανικού ποινικού κώδικα, η περίπτωση ιατροδικαστικής έρευνας για να διαπιστωθεί αν υπήρξε βίαιος θάνατος. Μ’ αυτόν τον τρόπο, υποστηρίζει ο Χανόφερ, οι εισαγγελικές αρχές παραδέχονται έμμεσα το ενδεχόμενο δολοφονίας των τεσσάρων ηγετικών στελεχών της RAF. “Και αν συμβαίνει αυτό, για ποιο λόγο διατηρήθηκε ο εγκέφαλος της Μάινχοφ και παραδίδεται τώρα στους οικείους της, ενώ οι εγκέφαλοι του Μπάαντερ, της Ενσλιν και του Ράσπε εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς, χωρίς να ενδιαφερθούν εκείνοι που διέταξαν την αφαίρεσή τους, για τα πορίσματα της έρευνας. Είχαν άραγε τίποτα να κρύψουν;”

    Ένα από τα γνωστότερα άρθρα της Μάινχοφ ως δημοσιογράφου φέρει τον ευρηματικό τίτλο “Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι παραβιάσιμη”. Είναι γραμμένο το 1962, τη χρονιά που υποβλήθηκε στην εγχείρηση εγκεφάλου. Στον τίτλο παραφράζεται το πρώτο άρθρο του γερμανικού Συντάγματος του 1949: “Η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι απαραβίαστη. Η κρατική βία υποχρεούται να τη σέβεται και να την προστατεύει”. Αυτό το ευρηματικό λογοπαίγνιο της Μάινχοφ επιβεβαιώθηκε με το χειρότερο τρόπο από τη βία του γερμανικού κράτους απέναντί της, όχι μόνο όσο ζούσε, αλλά και μέχρι σήμερα, 26 χρόνια από τον σκοτεινό θάνατό της.

    Καμίνι
    Καμίνι
    Μέλος της συντακτικής ομάδας του KAMINI.GR

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Πώς συνειδητοποιείς ότι είσαι κάτοικος μιάς Βόρειας χώρας

    Έχοντας ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής μου...

    Εγκλήματα της νέο-αποικιοκρατίας στην Παλαιστίνη

    Με τη φράση «Το βασικό όμως είναι εμείς, οι...

    Μάνος Χατζιδάκις: “Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι”

    Δημοσίευμα στην ιστοσελίδα musicpaper.gr στις 8 Μαΐου 2012 O Mάνος...

    Μάης ’68 με τη ματιά του Μάκη Καβουριάρη

    «Ο Μάκης ήταν μία εμβληματική μορφή για όλους εμάς...
    -- Διαφήμιση --