18.3 C
Galatsi
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Ο δικός μου Μπέργκμαν

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Σαν σήμερα το 2007 έφυγε από τη ζωή ο μεγάλος Σουηδός σκηνοθέτης Ίνγκμαρ Μπέργκμαν.

    Μετά την ταινία Φάνι και Αλέξανδρος που γυρίστηκε το 1982, ο Μπέργκμαν άρχισε να γράφει βιβλία με σκοπό να γίνουν σενάρια για ταινίες, το μαρτυρά ο τρόπος γραφής του.

    Ένα απ’ αυτά είναι «Οι Καλύτερες Προθέσεις» στα σουηδικά Den goda viljan, το οποίο κυκλοφόρησε στα ελληνικά το 1993 από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, σε μετάφραση της Ακριβής Κονιδάρη και του υπογράφοντος.

    -- Διαφήμιση --

    Πρόκειται για ημι-αυτοβιογραφία, βασισμένη στις συζητήσεις που είχε ο Μπέργκμαν με τους γονείς του. Αναφέρεται στη γνωριμία και τα πρώτα χρόνια του γάμου τους, τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε μία γυναίκα στο καταπιεστικό προτεσταντικό περιβάλλον μέσα στο οποίο δυνάμωνε το εργατικό – αγροτικό κίνημα των αρχών του 1900 στη Σουηδία και ολοκληρώνεται στο σημείο όπου η μητέρα του μένει έγκυος στον ίδιο τον Ίνγκμαρ.

    Το σενάριο έγινε τηλεοπτική σειρά, η ακριβότερη έως τότε παραγωγή της Σουηδικής Τηλεόρασης (SVT) σε σκηνοθεσία του Δανού Μπιλ Άουγκουστ (Πέλε ο κατακτητής, Το σπίτι των πνευμάτων) με πρωταγωνιστές τον Σάμουελ Φρέλερ, την Περνίλα Άουγκουστ και τον Μαξ φον Σίντοφ. Όλα τα εξωτερικά πλάνα είναι γυρισμένα στην Ουψάλα, την πόλη όπου γεννήθηκε ο Μπέργκμαν, με ελάχιστες παρεμβάσεις στον φυσικό χώρο. Αφαιρέθηκαν μόνο τα σήματα της τροχαίας.

    -- Διαφήμιση --

    Ένα μικρό αλλά πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα για τον τρόπο γραφής του Μπέργκμαν ο οποίος και καθοδηγεί τον σκηνοθέτη και καταφέρνει να καταγράψει κορύφωση συναισθημάτων μέσα σε έναν απλό διάλογο:

    Η Άννα παίρνει το χέρι της μητέρας της και το κρατάει σφικτά. Το φως του ήλιου χάνεται σιγά-σιγά από τους πίνακες με τις χρυσές κορνίζες και από τις σκούρες κόκκινες ταπετσαρίες. Τα χτυπήματα του ρολογιού σιωπούν, η ημέρα σβήνει. Ακούγεται μόνο το βαλς της Εύθυμης Χήρας που παίζει η ορχήστρα του ξενοδοχείου, κάπου βαθιά μέσα στο κτίριο. Lippen schweigen, ’s flüstern Geigen: hab mich lieb! All die Schritte sagen: Bitte, hab mich lieb! Η κυρία Κάριν πίνει κρασί, γέρνει πίσω στα μαξιλάρια του καναπέ και κλείνει τα μάτια.

    Κάριν: Το χειρότερο είναι ότι τον άφησα μόνο. Ήταν μόνος Άννα και πέθανε μέσα στην νύχτα.

    Αννα: (την παρακαλεί) Μα καλέ μαμά!

    Κάριν: Ήταν μόνος και δεν ήμουν εκεί. Πονούσε και σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι. Κάθισε στο γραφείο του και άναψε τη λάμπα, έβγαλε χαρτί και μολύβι και έπειτα έγειρε στο πλάι, έπεσε στο πάτωμα.

    Αννα:  Μαμά! Μην σκέφτεσαι αυτά τα πράγματα.

    Κάριν:  Θα σου πω κάτι Άννα που θα σου φανεί παράξενο. Όταν αποφάσισα να κάνω αυτό το ταξίδι, όταν είχαν τακτοποιηθεί τα πάντα, όταν αποχαιρέτησα τον μπαμπά και ετοιμαζόμουν να περάσω την πόρτα του διαδρόμου, ξαφνικά και αδικαιολόγητα σκέφτηκα “Μα τί κάνεις”

    Αννα:  Τι δεν έπρεπε να κάνεις;

    Κάριν:  “… μη το κάνεις, μη φύγεις. Μείνε στο σπίτι. Μη τα καταστρέψεις όλα.” Για μια στιγμή ένιωσα ένα φοβερό άγχος. Δεν ήταν παράξενο Άννα;

    Αννα:  Ναι παράξενο ήταν.

    Κάριν:  Αναγκάστηκα να καθίσω, με έλουσε κρύος ιδρώτας. Έπειτα τα έβαλα με τον εαυτό μου. Δεν με έχει σταματήσει ποτέ καμμία ιδιοτροπία και καμμία παρόρμηση της στιγμής. Γιατί να με σταματήσει αυτή τη φορά, δεν υπήρχε ο παραμικρός λόγος.

    Αννα:  Καημένη μαμά!

    Κάριν:  Ναι ακριβώς έτσι. “Καημένη μαμά.” Παίρνω αποφάσεις και τις πραγματοποιώ. Έτσι έκανα σ’ όλη μου την ζωή. Δεν αλλάζω ποτέ τις αποφάσεις μου.

    Αννα:  Το ξέρω.

    Κάριν:  Στους περισσότερους ανθρώπους δεν αρέσει να παίρνουν αποφάσεις. Εγώ είμαι αλλιώς.

    Αννα:  Δεν πρέπει να κατακρίνετε τον εαυτό σας.

    Κάριν:  Όχι δεν έχει νόημα. (παύση) Έχω πάρει πολλές ανόητες και λανθασμένες αποφάσεις, αλλά δεν θέλω να υποστηρίξω ότι το μετάνιωσα ποτέ. Αν και αυτή τη φορά … (παίρνει βαθιά αναπνοή) Ωχ Θεέ μου!

    Βάζει για λίγα λεπτά τα χέρια στα μάτια της αλλά συνέρχεται γρήγορα σαν να πίστεψε ότι η κίνηση αυτή ήταν υπερβολική ή ίσως μελοδραματική. Πίνει λίγο από το κρασί της.

    Αννα: (κρατάει το χέρι της Κάριν) Μαμά.

    Κάριν: Όταν ο μπαμπάς μου ζήτησε να τον παντρευτώ, παρ’ ότι είχε τα διπλάσια χρόνια από ‘μένα και τρείς μεγάλους γιούς, το αποφάσισα χωρίς να το πολυσκεφτώ. Η μητέρα μου με προειδοποίησε και ο πατέρας μου είχε ταραχθεί πολύ. Δεν τον αγαπούσα, δεν ήμουν καν ερωτευμένη μαζί του, το ήξερα πολύ καλά. Αλλά μου άρεσε, τον συμπαθούσα. Ήταν τόσο μόνος με τις απαίσιες, τεμπέλες υπηρέτριες του, που του έκλεβαν λεφτά και παραμελούσαν το σπίτι και αυτά τα τρία κακομαθημένα, χαμένα αγόρια. Ένιωθα και εγώ λίγο μόνη και σκέφτηκα ότι σίγουρα θα ανακουφίζαμε ο ένας τον πόνο της μοναξιάς του άλλου.

    Αννα:  Δεν ήταν κακή σκέψη.

    Κάριν: Όχι Άννα, ήταν λάθος σκέψη. Μία μοναξιά αντέχεται, δύο όχι.

    Ο Ίνγκμαρ Μπεργκμαν υπογράφει ένα αντίτυπο της ελληνικής μετάφρασης του βιβλίου του “Οι καλύτερες προθέσεις”
    Νίκος Σερβετάς
    Νίκος Σερβετάς
    Δημοσιογράφος - Εκδότης, υπηρετεί 40 χρόνια αυτό που ακόμα πιστεύει ότι είναι "λειτούργημα"

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Μοναξιά και καθρέφτης

    Γράφει η Άννη Νούνεση Έμαθε τον Πρεβέρ απέξω, τα λόγια,...

    Ένα παρά λίγο ολέθριο λάθος

    Γράφει ο Γιώργος Δ. Μπέτης Το στρατόπεδο ήταν στην άκρη...

    Στο καφενείο της φαντασίας με τον Ηλία Πετρόπουλο

    Γράφει η Μαρία Κ. Το σκίτσο από τη σελίδα...

    Στρεβλοποδία

    Γράφει η Ρία Καλφακάκου. Στη φωτογραφία εξωφύλλου πίνακας του...
    -- Διαφήμιση --