18.3 C
Galatsi
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Γενέθλιος ημέρα Γιώργου Φάνη Μπέτη

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Περίμενα καιρό για να δημοσιεύσω αυτό το κείμενο. Πρόκειται για την υπέροχη ομιλία του Νίκου Δεσύπρη στην παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Γιώργου Μπέτη «Ψηφίδες» που έγινε στα τέλη του περασμένου Φεβρουαρίου.

    Σήμερα ο φίλος και σύντροφος μου από πολύ παλιά, Γιώργος Φάνης Μπέτης, έχει γενέθλια!

    Ν. Σ.

    -- Διαφήμιση --

    Ο λόγος στον Νίκο Δεσύπρη, η απαγγελία των ποιημάτων άγινε από την Κορίννα Δημοπούλου:

    Όταν ετοιμάζεσαι να μετάσχεις σε μια παρουσίαση ποιητικής συλλογής και να μιλήσεις για τους στίχους και τον δημιουργό, βρίσκεσαι μπροστά σε δύο κινδύνους: Από τη μια, να θεωρήσεις τη δική σου προσωπική ανάγνωση ως αυτή που συνέλαβε και αποδίδει την ποιητική επιδίωξη του λογοτέχνη και, από την άλλη, να μην ξεφύγεις από τον πειρασμό της ευγενικής φιλοφρόνησης προς τον άνθρωπο που δοκιμάστηκε στον δύσκολο αγώνα να μετατρέψει τα ποικίλα ερεθίσματα, τις σκέψεις και τα συναισθήματα σε λέξεις και στίχους κοινωνούμενους με άγνωστους αναγνώστες. Αυτός ο δεύτερος κίνδυνος είναι πιο απειλητικός όταν ο δημιουργός είναι ένα γνωστό πρόσωπο, ένας καλός φίλος, όταν έχεις δουλέψει μαζί του για πάνω από τριάντα  χρόνια στον ίδιο χώρο,  στη Λεόντειο Σχολή Νέας Σμύρνης, και, κυρίως, όταν έχεις μοιραστεί τις ίδιες αγωνίες για τη μόρφωση και τη διάπλαση του χαρακτήρα των παιδιών.

    -- Διαφήμιση --

    Τον δεύτερο αυτό κίνδυνο της οπωσδήποτε επαινετικής στάσης απέναντι στην τρίτη δημοσιευμένη ποιητική συλλογή του αγαπητού μου Συναδέλφου Γιώργου Μπέτη ελπίζω ότι τον απέφυγα· όσο για τον πρώτο, δηλαδή για την κατάθεση προσωπικών σκέψεων που μου γέννησαν τα ποιήματα και για την απόπειρα προβολής κάποιων σημείων, που εγώ προσέλαβα και ερμήνευσα έτσι και όχι διαφορετικά, ας με συγχωρήσετε εσείς και, κυρίως, ο Γιώργος.

    Κατά την ανάγνωση των πενήντα ποιημάτων της συλλογής, με τίτλο «Ψηφίδες»,αλλά  και μετά την ολοκλήρωσή της, διέκρινα τρία κυρίως νοηματικά στοιχεία. Το πρώτο ήταν –σε σύγκριση μάλιστα με τις δύο προηγούμενες ποιητικές συλλογές, με τίτλο «Απόπειρα Ι» και «Απόπειρα Ι Ι»η βαθύτερη στροφή του ποιητικού υποκειμένου στον εαυτό του, μια επίμονη ενδοσκόπηση που σκάβει και αντλεί από προσωπικά βιώματα, τόσο της παιδικής όσο και της ενήλικης ζωής. Αυτή, όμως, η στροφή προς τα μέσα δεν εξαντλείται σε μια αυτοαναφορική ή αυτοβιογραφική κατάθεση σκέψεων και εμπειριών, αλλά απλώνεται σε μια πανανθρώπινη θέαση της ζωής και σε μια ευρύτερη θεώρηση των ποικίλων πτυχών της.

    Έτσι, το δεύτερο ενικό πρόσωπο του εσωτερικού μονολόγου γίνεται σύντομα πρώτο πληθυντικό, για να περικλείσει όλους μας στην εγκατάλειψη της κοινωνικότητας και στη συμβατικότητα του καθωσπρεπισμού και της αυταρέσκειας:

    Με το βασίλεμα του Αυγούστου

    Και του Σεπτέμβρη την ανατολή

    Αποτινάζουμε

    Απ’ το νου μας την κοινωνικότητα,

    Τον καθημερινό καλοκαιρινό αυθορμητισμό,

    Την ανθρωπιά ή την τάση για περιπέτεια…

    Και ντυνόμαστε

    Το γυαλιστερό καθωσπρεπισμό της καθημερινότητας,

    Τη μουντή σοβαροφάνεια και συμβατικότητα.

    Αυτή η βαθιά περισυλλογή οδηγεί από τη μια στην ονειροπόληση φορτωμένη με τη νοσταλγία, δηλαδή με το άλγος του νόστου σε αγαπημένους τόπους και, από την άλλη, οδηγεί σε μια επίμονη προσπάθεια απολογισμού των χρόνων που πέρασαν:

    «Καιρός πια να λογαριαστούμε και, αν δυνηθούμε,

    Κατάματα την πραγματικότητα να δούμε:

    Κι αν πάλι λάθος υπολογισμούς κι εκτιμήσεις κάναμε,

    Τι ωφελούν εκ των υστέρων ανακαλύψεις ή και τύψεις;»

    Βαριά πέφτει η διαπίστωση ότι τελικά δεν είναι ο τόπος που έγινε αγνώριστος ούτε οι δικοί σου άνθρωποι που τώρα μοιάζουνε απόμακροι και ξένοι:

    «ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ»

    Φορτωμένος

    Τόσο βάρος από συμβιβασμούς και υποχωρήσεις

    Κυρτωμένος,

    Δεκαετίες σε χαράξαν ανεξίτηλα,

    Ξαναγυρνάς στο Γουνστοκ ή στα Μάταλα.

    Άλλαξαν! Λες,

    Και ξεχνάς πως προσθέτεις

    Ένα νι τελικό περιττό.

    Το δεύτερο κυρίαρχο –κατά τη γνώμη μας πάντα–  στοιχείο είναι η ευαισθησία και η συμπάθεια με την οποία βλέπει ο ποιητής τον αδύναμο άνθρωπο, τον κοινωνικά περιθωριοποιημένο, έρμαιο στα θέλω των ισχυρών, αλλά και η ειρωνική αλλά σαφής αποδοκιμασία της αδιαφορίας του κοινωνικού περίγυρου:

    «Ο πολίτης ιδιώτης καταντά

    Η κοινωνία άθυρμα ατόμων ανερμάτιστων

    Και το άτομο απροστάτευτος τραγικός πεζοπόρος

    Σε ζούγκλες με σαρκοβόρα φοβερά,

    Σε στέπες επικίνδυνες με φίδια ιοβόλα.

    …Χρέος και χρεία των κρατών

    Η προστασία των αδύνατων…»

     Ο απλός ταπεινός άνθρωπος φαίνεται να συνθλίβεται από δυνάμεις που τον υπερβαίνουν, από λογής αδιέξοδα, όταν τα πάντα γύρω του φαίνονται να είναι πια ανακυκλώσιμα, όταν κατακλύζεται από τόσες και τόσες υποσχέσεις και εξαπατήσεις, όταν ακόμα και στο όνομα της δήθεν αντικειμενικότητας προβάλλεται η αναλγησία και η υποκρισία και επιχειρείται ο αποπροσανατολισμός ή η απόκρυψη, όταν ακόμα και η τέχνη  από φάρμακο που γιατρεύει μπορεί να καταντήσει φαρμάκι που ναρκώνει.  Αυτή η ευαίσθητη ματιά στον πονεμένο άνθρωπο δεν μένει κάτι αόριστο και γενικό αλλά γίνεται και πραγματική τρεμούλα και κραυγή μπροστά στη συγκεκριμένη ετοιμοθάνατη αγαπημένη φίλη, τη βυθισμένη στην άνοια:

    «ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΩΡΟΣ»

    Γίνεται και πικρός σαρκασμός για την παγερή αδιαφορία των ανθρώπων μπροστά στον αυτόχειρα που έπεσε στις γραμμές του μετρό και προκάλεσε την καθυστέρηση του δρομολογίου:

    Κάποιοι για την αργοπορία διαμαρτύρονταν

    Τον πεθαμένο γι’ ανευθυνότητα κατηγορώντας

    Αφού

    Ασέβεια με το διάβημά του έδειξε στους άλλους

    Άλλοι για τον τρόπο συζητούσανε του τέλους,

    Ελάχιστοι μες στο άγχος τους σκεφτήκαν

    Τους αίτιους και τις αιτίες της φυγής του αυτόχειρα…

    Ιδιαίτερα ειρωνική και καταγγελτική γίνεται η φωνή του ποιητή για την αναίσχυντη υποκρισία των ισχυρών, των φιλήσυχων βολεμένων, των φίλαυτων και των αδιάφορων, που είτε καθησυχάζουν με φαντασιώσεις την ένοχη συνείδησή τους είτε φέρνουν τα γεγονότα της ιστορίας και τις περιστάσεις της σύγχρονης καθημερινότητας στα μέτρα των δικών τους συμφερόντων και επιδιώξεων:

    «Θα ‘ρθουν και πάλι χρονιάρες μέρες.

    Πάλι τις πληγές μας θ’  ανοίξουμε

    Προσεχτικά και στοργικά,

    Με τρόπο τελετουργικό θα βάλουμε

    Τ’  αναγκαία για την περίπτωση παυσίπονα

    Και το υπνωτικό της ένοχης συνείδησης.

    Ήσυχοι και νηφάλιοι ως τις επόμενες γιορτές

                            Θα κοιμηθούμε !

    Γι’ αυτό και τον ποιητή δεν τον τρομάζουν τόσο τα στρατιωτικά εμβατήρια, οι χακί στολές ή οι πολεμικές εκστρατείες, αλλά περισσότερο κάτι άλλο:

    «Ο ΦΟΒΟΣ, Ο ΤΡΟΜΟΣ ΚΙ Ο ΠΑΝΙΚΟΣ»

    Με φοβίζουν τα στρατιωτικά εμβατήρια,

    Των όποιων κατακτητών ή ελευθερωτών

    Τα θούρια των διαφόρων πολεμοχαρών,

    Οι χακί στολές με τα λιλιά των φονιάδων,

    Νόμιμων ή παράνομων αδιακρίτως.

    Με τρομάζουν οι στρατιωτικές εκστρατείες

    Των ιπποτών ή βασιλιάδων του μεσαίωνα.

    Πιο πολύ όμως με πανικοβάλλουν οι εικόνες

    Των πολιτισμένων ευγενικών κολεγιόπαιδών

    Καθώς, παίζοντας ανέμελα με τηλεχειριστήρια,

    Σκοτώνουν αδίστακτα

    Χιλιάδες μαζικά φαντάρους, αμάχους και ζώα

    Το τρίτο στοιχείο που –κατά τη γνώμη μας– είναι φανερό σε αυτή τη συλλογή είναι ότι ο ποιητής δεν εγκλωβίζεται σε αναμφίβολα πραγματικές αλλά θλιβερές διαπιστώσεις, δεν μένει στην απελπισία που θα μπορούσε να προκαλέσει η παραδοχή της αναπόφευκτης επικράτησης της ισχύος, του πλούτου, της ανισότητας, της κοινωνικής αδικίας έναντι της δικαιοσύνης, της ειρήνης, της καλοσύνης, της προκοπής, της συγκατάβασης και της ανθρωπιάς. Η ελπίδα πηγάζει από το παρελθόν, από

    Περασμένες στιγμές ανάτασης ή νίκης

    Τότε που

    Ξανά τη λευτεριά, την αισιοδοξία ή το κέφι

    Με χρώματα χαρμόσυνα ζωγράφιζαν στη ζήση.

    Αλλά αναδύεται και στο παρόν μέσα από στίχους – ερωτήματα του ανθρώπου του ριγμένου στον πάτο του πηγαδιού:

    Θαρρείς πως δεν θα βγω στην επιφάνεια;

    Πόσο ακόμα θέλει να ξημερώσει;

    Ναι, μόνον αν νιώσεις μέσα σου την ελπίδα μιας προοπτικής, μπορείς να αντέξεις τα μαύρα σύννεφα που μαζεύονται στον ουρανό και δοκιμάζουν όσους μπορούν να αντισταθούν στους καταρράχτες που ρίχνουν πάνω τους ή να σωθούν. Αλλιώς, την πραγματικότητα της ζωής, όπως λέει ο Γιώργος Μπέτης, θα την δείχνει πάντα ο κάδος των απορριμμάτων, που οι γέροι και οι απελπισμένοι θα τον ψαχουλεύουν, θα τον ανακατεύουν και θα τον αδειάζουν, ενώ οι βολεμένοι και οι σπάταλοι θα τον αποστρέφονται, θα τον παραμερίζουν και θα τον γεμίζουν με τα αποφάγια τους. Για να καταλήξειστο θριαμβευτικό όραμα της πανανθρώπινης λύτρωσης:

    «ΟΛΑ ΘΑ ΤΕΛΕΙΩΣΟΥΝ»

    Κάποτε λοιπόν θα τελειώσουν όλα, είπες!

    Οι υψωμένες γροθιές θα γίνουν αγκαλιές,

    Το κλάμα της απόγνωσης και της οργής

    Θα γίνει των φτωχών και των αδυνάτων

    Δάκρυα χαράς, ελπίδας, τελικής λύτρωσης!

    Κι εγώ σκεφτόμουν τους τάφους των αυτοχείρων,

    Τις περιουσίες που πετάξανε σε άλλους αφέντες,

    Τα κοσμήματα που ραβδί ξανάγιναν χρυσού

    Και γέμισαν τα χρηματοκιβώτια των κορακιών

    Ή των σύγχρονων, αδίστακτων μαυραγοριτών.

    Σκεφτόμουν τα νιάτα που βρέθηκαν σ’ άλλες χώρες

    Και σ’ άλλες αγορές μισοτιμής ξεπουληθήκαν

    Όλα θα τελειώσουν; Είπα.

    Νίκος Σερβετάς
    Νίκος Σερβετάς
    Δημοσιογράφος - Εκδότης, υπηρετεί 40 χρόνια αυτό που ακόμα πιστεύει ότι είναι "λειτούργημα"

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Αφιερωμένο εξαιρετικά

    Γράφει η Αγγέλικα Σαπουνά, η οποία εικονίζεται στη φωτογραφία...

    Παλαιστινιακή σημαία σε 30 δημαρχεία

    Από το γραφείο της Αντιπροσωπείας της Παλαιστινιακής Αρχής στην...

    Βάλε καφεδάκι στο μπρίκι να στα πω

    «Από το “ατελιέ ραπτικής” της πάλαι ποτέ κοσμικής Αθήνας...

    Η δημοκρατία και ο φασισμός σήμερα (audio)

    «1967 – 2024, Όψεις του φασισμού χθες και σήμερα»...
    -- Διαφήμιση --