17.2 C
Galatsi
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Ο Ντάλλη ήταν του ορφανοτροφείου

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Γράφει η Άννη Νούνεση. Η φωτογραφία κυκλοφορεί στο διαδίκτυο είναι ελεύθερης χρήσης και δεν έχει καμμία σχέση με πρόσωπα που αναφέρονται στο διήγημα.

    Ο Ντάλλη ήταν του ορφανοτροφείου και επειδή είχε εδραιωθεί το «δεν ρωτάω» δεν ήξερε παραπάνω.

    Τώρα ζούσε στην Ευτέρπη η οποία ήταν η δασκάλα των Αγγλικών. Ο Ντάλλη μίλαγε μόνο με τη Ντιάνα. Ντάλλη σκύλος και παιδί συνεννοούνταν μία χαρά. Επίσης και το παιδί με το ποδήλατο του οποίου τα πόδια περίσσευαν πια από τις ρόδες τόσο που είχε ψηλώσει και δυστυχώς φαινόταν από παντού οπότε δεν μπορούσαν να μιλούν γιατί τους έβλεπαν καταλάβαινε τον Ντάλλη.

    -- Διαφήμιση --

    Το Ορφανοτροφείο είχε κήπο προς το δάσος των φυλακών. Εκεί υπήρχε ένα άνοιγμα. Κανείς δεν ήξερε ότι υπήρχε δρομάκι προς το δάσος. Το  είχε ανακαλύψει η Ντιάνα και είχε τραβήξει τον Ντάλλη και εκείνος μετά το κορίτσι για βόλτα. Εκεί τα δένδρα είχαν μεγαλύτερο ύψος από το παιδί με το ποδήλατο οπότε δεν τους έβλεπαν.

    Η μικρή είχε μάθημα Αγγλικών στις έξη. Της άρεσε η Ευτέρπη μα η ώρα των Αγγλικών ήταν η μοναδική που μπορούσε να δει τον Τρικλάντε όπως φώναζαν το παιδί επειδή ήταν ψηλό.

    -- Διαφήμιση --

    Η μικρή έλεγε στη νόνα ότι η δασκάλα την θέλει νωρίτερα και στην δασκάλα ότι την καθυστερεί η νόνα. Έτσι έφευγε για το μάθημα νωρίτερα και νωρίτερα από το μάθημα γιατί είχε να διαβάσει οπότε βιαζόταν.

    Το παιδί την περίμενε στο δασάκι, εκεί που ο Ντάλλη και η Φρύντα κάνανε περιπάτους, κάτω από το όπλο του φρουρού, τη φίλησε κιόλας.

    Στην βόλτα αργότερα προστέθηκε και η Πόπη, ένα κορίτσι από το ορφανοτροφείο το οποία έγινε Πέτρος την επόμενη χρονιά και το οποίο έπαιζε μπάλα με την Ντιάνα και έριχνε σφαίρα στο γήπεδο.

    Ο Ντάλλη συνέχιζε να λέει “τη μάμα” μα εκείνη έβλεπε το παιδί με το ποδήλατο αντ’ αυτού. Ο Ντάλλη είπε στον πατέρα της μια μέρα “παιντί ντεν πάει τη μάμα” μα εκείνος δεν κατάλαβε ευτυχώς.

    Ένα απόγευμα πήγε στο μάθημα στην ώρα της. Ό Ντάλλη άρχισε να φωνάζει ”τη μάμα, τη μάμα” και να μην την αφήνει να μπει. Μια φορά που είμαι στην ώρα μου εκείνος φωνάζει σκέφτηκε και μπήκε.

    Στη μέση του σαλονιού, με έναν υπέροχο σκούφο στο κεφάλι, μέσα σε φέρετρο καλό, ήταν ξαπλωμένος με όλο του το μούσι ο παππούς της οικογένειας, ο οποίος κοίταγε με τα μισό κλειστά του μάτια, απορώντας ίσως γιατί ο Ντάλλη έσπρωχνε φωνάζοντας.

    Το καλοκαίρι ήρθαν πάλι οι φίλοι από το Παρίσι με τον γάτο στο λουρί. Το γατί το παίδευε η ζέστη και γαύγιζε. 

    Στις βόλτες τους έπαιρνε το κατόπι η μουλαρία νομίζοντας ότι είναι πίθηκος. Εκείνο δυστροπούσε στο περπάτημα και ανάγκαζε τους Παριζιάνους γονείς του να το παίρνουν αγκαλιά σαν μαϊμού, πράγμα που έβαζε τα πιτσιρίκια σε περισσότερες σκέψεις.

    Μετά η παράσταση ”γάτος ή πίθηκος”, διαδόθηκε και στο Αργοστόλι και σε ολόκληρη την Κεφαλονιά όπου πήγαν όπως κάθε χρόνο διακοπές.

    Τον Σεπτέμβρη μετακόμισαν σε μεγαλύτερο σπίτι αφήνοντας πίσω τον γέρο Μήτση να τον προσέχει η γειτόνισσα και δεν τον ξαναείδαν.

    Καινούργιο σπίτι, με μπαλκόνι. Εκεί είχανε και γάτο και καναρίνι. Το καναρίνι απολάμβανε το μπαλκόνι. Κάτω από το κλουβί του βάλανε και γλάστρες. Στον πρώτο όροφο της ίδιας πολυκατοικίας ήταν το πρώτο αστυνομικό τμήμα της πόλης. 

    Ημέρα Παρασκευή 21η Απριλίου 1967. Πρώτη ώρα στο σχολείο αρχαία. Χρώμεθα γαρ άνευ μαλακίας άρχιζε η παράγραφος.

    Ναι αλλά τις κάνουμε, φώναξε η νεαρή μαθήτρια και την στείλανε σπίτι. Με τα πρώτα εμβατήρια η γιαγιά ειδοποίησε το τμήμα να συλλάβουν την μικρή και τον πατέρα της διότι ήτο ήδη αρκετά τα έτη κατά τα οποία εξ αιτίας των, αυτή μια βασιλική, ζούσε εις εχθρικόν έδαφος. Εκείνοι φυσικά την αγνόησαν μα έστειλαν τέσσερα άτομα να συλλάβουν τον βουλετή της ΕΔΑ, ονόματι Ντονά, ο οποίος έμενε στην ίδια πολυκατοικία. Η μικρή τρομοκρατήθηκε ο δε γιός του έκανε τέσσερα χρόνια να μιλήσει. Η γριά λυπήθηκε διότι ο βουλευτής έπαιζε καλή πόκα.

    Μέρες μετά και ενώ είχε τακτοποιηθεί ακόμη και το θέμα των υπόλοιπων κρατουμένων, χτύπησε την πόρτα ο Διευθυντής του τμήματος ένστολος. Το ντριν τους βρήκε στο τραπέζι. Ο κύριος διευθυντής μίλησε μπροστά σε όλους.

    Σας ξέρω καλά, είπε. Δεν φαντάστηκα τίποτε άλλο, μα σας παρακαλώ πάρτε το καναρίνι πάνω από τις γλάστρες του μπαλκονιού. Είμαι υποχρεωμένος να λογοδοτήσω. Κήπος καναβουριάς πάνω από το αστυνομικό τμήμα;

    Η πρασινάδα για την οποία ήταν όλοι περήφανοι καταστράφηκε αμέσως.

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Μοναξιά και καθρέφτης

    Γράφει η Άννη Νούνεση Έμαθε τον Πρεβέρ απέξω, τα λόγια,...

    Ένα παρά λίγο ολέθριο λάθος

    Γράφει ο Γιώργος Δ. Μπέτης Το στρατόπεδο ήταν στην άκρη...

    Στο καφενείο της φαντασίας με τον Ηλία Πετρόπουλο

    Γράφει η Μαρία Κ. Το σκίτσο από τη σελίδα...

    Στρεβλοποδία

    Γράφει η Ρία Καλφακάκου. Στη φωτογραφία εξωφύλλου πίνακας του...
    -- Διαφήμιση --