15 C
Galatsi
Κυριακή, 5 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Παρελθόν και παρόν

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Γράφει ο Γιώργος Δ. Μπέτης

    Το ασθενοφόρο με τη σειρήνα του σε λειτουργία μπήκε στο νοσοκομείο και σταμάτησε στο χώρο των επειγόντων περιστατικών. Τους είχαν παραπέμψει, λόγω της σοβαρότητας της κατάστασης του ασθενή, στο νοσοκομείο, στο οποίο εφημέρευε πλήρως οργανωμένη κλινική, ικανή ν’ αντιμετωπίσει ανάλογης βαρύτητας περιστατικά. Για το λόγο αυτόν άλλωστε είχαν ενημερωθεί από το προσωπικό της διακομιδής του αρρώστου οι αρμόδιοι, οι οποίοι και τους κατηύθυναν στο συγκεκριμένο ίδρυμα, το οποίο με τη σειρά του περίμενε να τον παραλάβει. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις «ο χρόνος δεν είναι χρήμα», όπως λέγεται συχνά· είναι κυριολεκτικά ταυτόσημος με τη ζωή! Αν χαθεί ο ένας, χάνεται και η άλλη!

    Σταμάτησε λοιπόν το αυτοκίνητο και γρήγορα, τρέχοντας σχεδόν, οι τραυματιοφορείς παρέλαβαν τον ασθενή και χάθηκαν στη στροφή του διαδρόμου, όπου υπήρχε το ασανσέρ. Οι άνθρωποι που τον έφεραν παρέδωσαν ταυτόχρονα και το ιστορικό του, καθώς και την ευθύνη της σωτηρίας του. Άλλους τώρα βάραινε! Αυτοί είχαν κάνει ό,τι έπρεπε, ανάσαναν για λίγο και ξεκίνησαν πάλι για καινούριο περιστατικό στους δρόμους και τις γειτονιές της πολύβουης μεγαλούπολης! Θα κινούνταν όπου κι όπως το σήμα της κεντρικής υπηρεσίας τους θα υπαγόρευε!

    Στο μεταξύ οι γιατροί της αρμόδιας κλινικής εξέτασαν το νεοφερμένο, έκαναν τις αναγκαίες εργαστηριακές εξετάσεις κι ανάφεραν στο διευθυντή τους τ’ αποτελέσματα. Ηλικιωμένος ήταν ό άρρωστος και δεν ήθελε και πολύ να εμφανίσει επιπλοκές και να καταλήξει. Κάτι τέτοιο δεν είναι σπάνιο με τους εμφραγματίες, αν κανείς δεν τους αντιμετωπίζει προσεχτικά. Ευτυχώς η κατάσταση του συγκεκριμένου φαινόταν να ελέγχεται. Ωστόσο δεν μπορούσαν να είναι ήσυχοι με την εξέλιξή του και γι’ αυτό, αφού υπήρχε και κενό κρεβάτι, αποφάσισαν να τον νοσηλεύσουν στην εντατική.

    – Ας τον βάλουμε στην εντατική, και βλέπουμε! Είπε ο Χρήστος, ο διευθυντής της κλινικής, στον επιμελητή του, το Γιάννη.

    – Ειδικά αυτός, δε θέλω να μου πάθει κάτι!

    – Γιατί ειδικά αυτός;

    – Άστο, Γιάννη! Θα σου πω άμα τελειώσει αυτή η ιστορία.

    – Χρήστο, δε σε καταλαβαίνω. Τι ιστορίες μου λες; Τον ξέρεις τον άνθρωπο;

    – Κάτι μου λέει πως ίσως ναι!

    – Μπερδεμένα μου τα λες, αλλά τι να πω; Εσύ είσαι διευθυντής, εσύ αποφασίζεις!

    – Βαλ’ τον λοιπόν στην εντατική.

    * * *

    Διαβάζοντας το φάκελο του ασθενή ο Χρήστος, είδε, όπως ήταν φυσικό και τ’ όνομά του. Επώνυμο κι όνομα ταίριαζαν με πράγματα και καταστάσεις δυσάρεστες γι’ αυτόν! Ήθελε όμως να βεβαιωθεί για την ταύτισή τους με το συγκεκριμένο περιστατικό και τον άνθρωπο που του κουβάλησε στην κλινική το «πρώτων βοηθειών». Ξανακοίταξε το φάκελο. Επάγγελμα, απόστρατος αξιωματικός. Ένιωσε κάτι να τον ενοχλεί. Πρόσεξε την ηλικία, έκανε τους υπολογισμούς και διαπίστωσε πως κι αυτή ταίριαζε. Ταράχτηκε. Αποφάσισε να πάει να τον δει.

    Μπήκε στο θάλαμο και τον είδε να κοιμάται. Αν τον έβλεπε στο δρόμο, σίγουρα δε θα τον γνώριζε. Χοντρούλης όπως ήταν και φαλακρός, δεν του θύμιζε κάτι. Έμεινε να τον κοιτάζει για λίγο ακόμη. Ύστερα αποφασιστικά έκανε μεταβολή και κατευθύνθηκε στο γραφείο του. Κάθισε και προσπάθησε να ηρεμήσει και να σκεφτεί. Αποπειράθηκε να σχηματίσει την εικόνα του· άρχισε ν’ αφαιρεί τα περιττά κιλά του ανθρώπου και να τον φανταστεί. Πάσχισε να εξαφανίσει τη φαλάκρα και τη φθορά του χρόνου και διαπίστωσε έντρομος πως δεν είχε πέσει έξω. Ήταν αυτός που από την αρχή υποψιάστηκε!

    Κλείδωσε την πόρτα του γραφείου και τηλεφώνησε στο Γιάννη.

    – Δεν είμαι εδώ για κανέναν! Μόνο αν συμβεί κάτι σοβαρό, και, όταν λέω σοβαρό, εννοώ σοβαρό, μου τηλεφωνείς.

    – Μ’ ανησυχείς! Αλλά τι να πω; Θα μου πεις όμως! Ναι;

    Ο Γιάννης δεν ήταν μόνο βοηθός του. Ήταν και πολύ καλός του φίλος. Και στην κλινική συνεργάζονταν, χρόνια τώρα, αρμονικά και τον εκτιμούσε ως επιστήμονα και οικογενειακά ήταν στενά δεμένοι, αφού έκαναν καθημερινά παρέα όταν δεν ήταν στη δουλειά. Μυστικά μεταξύ τους δεν υπήρχαν!

    – Όταν λέω πως θα σου πω, εννοώ πως θα σου πω! Τέλος!

    Έμεινε λοιπόν μόνος ο Χρήστος στο γραφείο του. Η σκέψη του τον γύρισε πολλά χρόνια, όταν τα νιάτα περίσσευαν κι έλειπαν οι ανέσεις κι η δημοκρατία. Τότε που οι νέοι έβλεπαν πως μόνο με το δικό τους αγώνα θ’ ανατραπεί η δικτατορία. Κάποιοι ήταν τολμηροί και πρωτοστάτησαν στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν στα πανεπιστήμια και πήραν μέρος στη δράση αντιδικτατορικών οργανώσεων! Μερικοί απ’ αυτούς έπεσαν στα χέρια των οργάνων της χούντας και βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν και σακατεύτηκαν από διάφορα πειθήνια ανθρωποειδή. Ασφαλώς και «εκτελούσαν εντολές ανωτέρων τους», αλλά αυτά τα κτήνη ήταν ανώτερα των ανωτέρων σε φανατισμό κι απανθρωπιά! Πολλοί δεν εκτελούσαν απλά εντολές· απολάμβαναν τον πόνο, τις οιμωγές και των εξευτελισμό των θυμάτων τους!

    Θυμήθηκε, λοιπόν, στιγμές φοβερές! Αυτός δεμένος στο κρεβάτι, από το οποίο προεξείχαν τα γυμνά του πέλματα, να δέχεται χτυπήματα επί ώρες. Ο τωρινός του ασθενής μ’ ένα ξύλο μακρύ του χτυπούσε τις πατούσες, οι οποίες άρχισαν να πρήζονται και να παραμορφώνονται! Κάθε φορά που λιποθυμούσε τον συνεφέρνανε με βρομόνερα! Για μέρες πολλές δε μπορούσε να σταθεί όρθιος! Του έμεινε κολλημένο στη μνήμη το διαπεραστικό βλέμμα του βασανιστή του, το ειρωνικό του ύφος όταν λιποθυμούσε, ο φανατισμός, ο σαδισμός του προς τα θύματά του κι η γλοιώδης συμπεριφορά προς τους ανωτέρους του. Και να φανταστεί κανείς πως ήταν μόνο υπαξιωματικός! Μόνιμος μεν, αλλά υπαξιωματικός!

    Αυτό λοιπόν το σκουλήκι έκανε τα πάντα για να τον πεθάνει, αλλ’ εκείνος δεν του έκανε τη χάρη! Επέζησε και πραγματοποίησε και τα όνειρά του· και την ιατρική τελείωσε και καλός γιατρός έγινε κι άνθρωπος παρέμεινε και για τη δημοκρατία πάλεψε και φίλους κι οικογένεια έκανε για να τους διηγείται τα τερατουργήματα του βασανιστή του!

    Τέτοια σκεφτόταν για κάμποση ώρα κι έτρεμε από τη  συγκίνηση και την ταραχή. Ύστερα σκέφτηκε πιο ψύχραιμα. Σε τι διαφέρουν θύτες και θύματα; Ακριβώς σ’ αυτό που τους διαχωρίζει· στη συμπεριφορά και την ανθρωπιά! Υπάνθρωποι οι μεν, το αντίθετό τους οι άλλοι! Δεν ήταν, δεν είναι και δε θα είναι ποτέ ίδιοι!

    – Δε θα του κάνω τη χάρη να τον αφήσω να πεθάνει στα χέρια μου! Μονολόγησε.

    Αποφασιστικά βγήκε από το γραφείο και βρήκε το Γιάννη.

    – Πώς πάει ο καινούριος ασθενής; Ρώτησε.

    Ο άλλος ξαφνιάστηκε.

    – Ε! Δεν παίζεσαι! Εσύ δεν είπες πως θα μείνεις στο γραφείο για δουλειά; Είπε και του έκλεισε με νόημα το μάτι.

    – Πώς πάει, μωρέ;

    – Σταθερός φαίνεται!

    – Τον αναλαμβάνεις! Και μη μου πεις για υποσχέσεις και τέτοια! Όλα τα ξέρω και τίποτε δεν ξεχνώ. Τίποτε!

    – Ό,τι πεις! Είπε ο Γιάννης περιπαικτικά.

    * * *

    Όταν, μετά από μερικές μέρες η κατάσταση φαινόταν ελεγχόμενη πια, και μπορούσε ο ασθενής να επιστρέψει στο σπίτι του,

    – Κύριε διευθυντά, έχετε την καλοσύνη να υπογράψετε το εξιτήριο του περί ου ο λόγος;

    – Είναι εντάξει;

    – Ναι, κύριε διευθυντά! Έκανε ο Γιάννης χαμογελώντας!

    Ο Χρήστος έβαλε την υπογραφή του και

    – Διώξ’ τον να πάει στο διάολο κι έλα μετά!

    * * *

    Σε μερικά λεπτά ο Γιάννης μπήκε στο Γραφείο.

    – Χρήστο, ο λεγάμενος πρέπει κι αυτός να σε ξέρει. Με ρώτησε πώς σε λένε και μου είπε πως κάτι του θυμίζεις.

    -Κάθισε να σου πω τι του θυμίζω! Δε σου τα είπα από την αρχή, για να μη σε στεναχωρήσω.

    Κι οι δυο φίλοι κάθισαν στο γραφείο πολλή ώρα κι ο Χρήστος διηγήθηκε αναλυτικά την ιστορία κι ανάλυσε τις σκέψεις που τον βασάνιζαν όλες αυτές τις μέρες και τη στάση που τελικά αποφάσισε να κρατήσει.

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Ρίξε, πάω να δω τι βρωμάει

    Γράφει η Άννη Νούνεση Τα χείγια του μαυροφόρου του αδρεφού...

    Νεανικές τρέλες

    Γράφει ο Γιώργος Δ. Μπέτης. Η φωτογραφία είναι από...

    Σιωπώ αλλά μιλάνε όλα μου (upd)

    Γράφει η Μαρία K. Σπάνια είμαι συνοδηγός, συνήθως οδηγώ εγώ....

    Πολ Όστερ: Ο μάστορας των ψευδαισθήσεων

    Άρθρο του δημοσιογράφου και συγγραφέα Διονύση Μαρίνου στην ιστοσελίδα...
    -- Διαφήμιση --