24 C
Galatsi
Σάββατο, 18 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Το δικό μου Παρίσι

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Αφήγηση της Άννης Νούνεση η οποία δεν έχει γραφεί μετά από παραγγελία Γραφείου Ταξιδιών. Είναι το δεύτερο από σειρά ταξιδιωτικών θεμάτων, που θα παρουσιάζονται έξω από τα συνηθισμένα (διαφημιστικά) πλαίσια.

    Πίνακας εξωφύλλου James Avati

    Στο σταθμό Σαιν Λαζάρ νιώθω ότι ο κόσμος με ποδοπατά καθώς τρέχει να προλάβει. Οι κυρίες ανεβάζουν με χάρη το πόδι τους στο μεταλλικό σκαλί, ανεβαίνουν στο λεωφορείο και προχωρούν στο μπροστινό μέρος ίνα αποφύγουν τον συνοστισμόν.

    -- Διαφήμιση --

    Μυρωδιές, κολώνιες, ψωμιά μπαγκέτες, που εξέχουν από τα καλάθια,  ταγιέρ και άλουστα μαλλιά,  όμορφα χτενισμένα κάτω από σικάτα καπέλα,  δίνουν την εντύπωση ότι αν ανοίξουν τα στόματα των κυριών,  θα ακουστεί μουσική σαν κι αυτήν που παίζει στην γωνία ένα μάλλον ξεκούρδιστο ακορντεόν. 

    Λίγοι ξέρουν ότι είναι όλοι έτοιμοι να βρίσουν, να ειρωνευτούν και να σε στείλουν με ευκολία στο διάολο αν δεν είσαι βέρος Παριζιάνος ή αν δεν ξέρεις να φερθείς ή να μιλήσεις σαν τέτοιος. Αν δεν ξέρεις τη διαφορά του carte από το plan και αν δεν έχεις τρόπο δικό σου manière δηλαδή να πιάνεις με τα χέρια σου ένα κουμπί από manteperle, κόκαλο χελώνας.

    -- Διαφήμιση --

    Η γιαγιά ανεβαίνει με δυσκολία, χωρίς βοήθεια κανενός τα μεταλλικά σκαλιά του λεωφορείου. Η πουτάνα που κάθεται μπροστά δίπλα στον οδηγό, θα κατεβεί στη rue du Caire με το τσιγάρο, στο στόμα, πάντα αναμμένο. Αυτή τους κοιτά όλους στα μάτια, μα χαμογελά μόνο στα παιδιά. Είναι η μόνη με καλοσύνη στο βλέμμα, για την ώρα. 

    Οι εργάτες της Ρενώ του Saint Denis, με τις μπλε φόρμες και κάτι άλλοι από τα γύρω κατεβαίνουν πηδώντας από την πίσω πλευρά του λεωφορείου, να προλάβουν το κολατσιό. 

    Allez, on rentre, άντε γυρνάμε ακούγεται συχνά η φωνή όσων θέλουν να προλάβουν το οικογενειακό βραδυνό τραπέζι που μετά την άνοιξη λαμβάνει χώρα, ενώ είναι ακόμη ο ήλιος ψηλά, δίνοντας έτσι την δυνατότητα για βραδυνούς περιπάτους στα ζαρντέν ή τα πεπινιέρ με μπλοκάκι και στυλό για να μην μπερδεύουν τα ονόματα στην ατέλειωτη κοινωνική κριτική που ασκούν στους γνωστούς μα και στους άγνωστους αν εμπλέκονται στα “τι έγινε λοιπόν με τους Μουσιέ και τους Ντυφλώ” χωρίζουν ή θα κάνουν μενάζ;

    Πολλοί περπατάνε ολόκληρη ώρα μέχρι το σπίτι τους πέρα από την στάση του λεωφορείου, αποζημιώνονται όμως, όπως λένε γιατί μπορούν να έχουν και μαρούλια και κατσίκες “αν πλέν Παρί”, καταμεσής του Παρισιού δύο βήματα από τον Πύργο του Άιφελ ή το Σακρέ Κερ.

    Άλλα δύο βήματα πάλι πιο ’κει, συζητούν για το νόημα του κόσμου μια κυρία με τουρμπάν και ένας μεσιέ με μυωπικά γυαλιά και πίπα. Την απάντηση όμως την έχει πάντα και δίχως δεύτερη κουβέντα, η καλοθρεμμένη θυρωρός με συνήγορο την γάτα της. 

    Σε υγρά δωμάτια, 99 σκαλιά για να τα φτάσεις, και δίχως τουαλέτα, γράφει ο Ντεσνός και παίζει μουσική ο Βιάν με τον Σατί, μα en réalité, αλήθεια το Παρίσι ολόκληρο το σέρνει η γιαγιά με το καροτσάκι και τα ψώνια της μέσα από μια ατελείωτη κουβέντα για το τι θα φάνε, από που το ψώνισαν, και για το τι θα φορέσουν.

    Στις Halles, φαγητά με λίπος, λαχανικά και μπρόκολα που βρωμάνε, ρούχα κομψά που δεν πλύθηκαν ποτέ και τουαλέτες γάτων που μοσχοβολάνε, αλήθεια τι κάνει η Ζινετ; Ακόμη με τον Ροζέ πηδιέται; 

    Portes et Boulevards σε κάθε φράση από Reaumur σε Lila, Clignancourt, Figaro και σπίτια με ταβάνια σκαλισμένα και ένας έρωτας που πλανιέται à trois, à deux ménages, χωρίς εξηγήσεις, λες κι’ εδώ γεννήθηκε κουφός και γελαστός, γιατί δεν βρίσκει δυσκολίες.

    Et le metroli tropoli métrotin, voilà le Metropolitain. Στο Παρίσι la scatologie et le va te faire voir chez les Grecs ήταν, γιατί δεν είναι πια κομμάτι, της Παρι – κομψότητας.

    Η γιαγιά σέρνει ακόμη  το καροτσάκι της στους πρόποδες της Μοντμάρτρ. Βαριά κι αδιάφορη, ανάμεσα στα σεξουαλικά ομοιώματα, όλων των χρωμάτων, δεν ακούει τον πωλητή που διαλαλεί τον τρόπο χρήσης τους. Το ψιλόλιγνο κορμί της ελαφρά σκυμμένο θα έλεγε εγώ είμαι ο έρωτας, αν δεν ήταν υποχρεωμένη να ξεκλειδώσει το τριπλό κλειδωμένο της ισόγειο διαμέρισμα, που το έχει αμπαρώσει με σιδερένια κάγκελα γιατί φοβάται και τον λευκό και τον χρωματιστό και την αστυνομία και γιατί ξέχασε να βρίζει à la Parisiènne, επειδή ο αέρας που είχε μέσα της ο Παρισινός,  έγινε  τώρα διεθνής και την πνίγει , και γιατί η femme έγινε meuf ο άνδρας keum και το je baise je kiffe.

    Στην ίδια σειρά

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Πώς συνειδητοποιείς ότι είσαι κάτοικος μιάς Βόρειας χώρας

    Έχοντας ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής μου...

    Αντίσταση είναι όταν φροντίζω, αυτό που δεν μου αρέσει, να μην συνεχίζεται

    Σαν σήμερα 9 Μαΐου, του 1976, βρέθηκε απαγχονισμένη στο...

    Εγκλήματα της νέο-αποικιοκρατίας στην Παλαιστίνη

    Με τη φράση «Το βασικό όμως είναι εμείς, οι...

    Μάνος Χατζιδάκις: “Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι”

    Δημοσίευμα στην ιστοσελίδα musicpaper.gr στις 8 Μαΐου 2012 O Mάνος...
    -- Διαφήμιση --