17.2 C
Galatsi
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Εκείνη τη χρονιά, το καλοκαίρι έφυγε με μούτρα

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Γράφει η Άννη Νούνεση. Η έκτη στη σειρά ιστορία του ΜήτσηΗ φωτογραφία εξωφύλλου από το άλμπουμ του Benjamin Wolf

    1. Μας λείπανε οι ζεστές αγκαλιές
    2. Στου τοίχου το κενό
    3. Ένα άφιλτρο Ματσάγγου
    4. Το βλέμμα της είχε λίγο ευχαριστώ
    5. Σημασία είχε να μάθει χωρίς να ρωτήσει

    Για την μεταφορά ήρθε το φορτηγό του Σαβουλίδη. Η γριά μπήκε στο ταξί που κατέφθασε μόλις ανέβηκε στο φορτηγό και το τελευταίο αναγκαίο.

    “Το καναρίνι κυρία Ντάντα θα το πάρετε αγκαλιά;” ρώτησε ο ταξιτζής. Η νόνα είπε ναι, μα έβαλε το κλουβί στα πόδια του παιδιού, που ήταν ήδη μέσα γιατί αυτή βάσταγε το μπαστούνι.

    -- Διαφήμιση --

    Οι γονείς έφθασαν με τα ποδήλατα.

    Έστησαν δύο τεράστιες σκηνές, στρατιωτικές. Η μικρή με τη γιαγιά είχανε και δωμάτιο με τουαλέτα. Υπήρχε επίσης ένα μικρό εστιατόριο και ένας πόντες, μια ξύλινη εξέδρα δηλαδή.

    -- Διαφήμιση --

    Η θάλασσα είχε ψάρια, ψαράκια, στρείδια, ριχτές και ιππόκαμπους.

    Τα βράδια κρυβόταν στην σκηνή για να ξυπνήσει το πρωί πριν την γιαγιά και να φύγει με τη μάσκα στο νερό. Τσάκωσε έτσι τον ιππόκαμπο να γεννάει και τα στρείδια να βγάζουν την πορτοκαλί τους γλώσσα για να φάνε.

    Τα μεσημέρια βούταγε σε ένα ποταμάκι με βδέλες, γυρίνους και νερόφιδα, που ήταν παραδίπλα. Το απόγευμα χάζευε τα πρόβατα που έγλειφαν τις πέτρες εκεί που συναντιόταν το γλυκό νερό με το αλατισμένο.

    Ένα πρωί, Αύγουστος ήτανε έφυγε η γη κάτω από τα πόδια της. Πιάστηκε από ένα φρεσκοφυτεμένο δένδρο να μην πέσει μα το άφησε γιατί η γη θα το ξερίζωνε έτσι που την τραβούσε. Μπήκανε και στην πόλη μετά από αυτό, να μην κοιμώνται λέει πάνω στη θάλασσα.

    Γρήγορα πήρανε όμως το λεωφορείο και γυρίσανε στην κατασκήνωση. Ακούγανε τώρα το ράδιο με πιο πολύ όρεξη από όταν μπαίνανε στην θάλασσα. Κόσμος έφευγε από την πόλη πολύς να πάει να αναστηλώσει το νησί που είχεν υποστεί την καταστροφήν έλεγε τα βράδια το κουτί με τα κουδούνια και τα πρόβατα.

    Το καλοκαίρι εκείνη τη χρονιά έφυγε με μούτρα. Ο δάκος έφαγε την ελιά για δεύτερη χρονιά, έλεγε με χείλη κατεβασμένα ο πατέρας της και σαν να μην έφθανε αυτό είχε και ο εγκέλαδος ισιώσει την Κεφαλονιά.

    Είναι ανάγκη να παίρνει το παιδί βόλτα με το λοντόνι; Ρωτούσε ο πατέρας της. Αν δεν ήταν η πυρίνα, η πουλέντα και η μανέστρα και θα πεινούσαμε και θα κρυώναμε.

    Η μικρή, στην πόλη τώρα ασχολιόταν με τον Χάιλε Σελάσιε. Γιατί ήταν αυτοκράτορας; Πού ήταν η λίμνη Τάνα γιατί ήταν πιο ψηλά από την θάλασσα;

    Κάθε μήνα μια επιταγή με χρήματα από τον γιό της που ήταν στην Αιθιοπία, τον θείο δηλαδή κάλυπτε τα έξοδα της νόνας σε σιγάρα, βόλτες με την άμαξα και κλωστές!

    Ο Μήτση συνέχιζε να μην κατουράει το χαλί γιατί έβγαινε στον κήπο και η μικρή άρχισε τα je suis -nous sommes γιατί η μαμά και ο μπαμπάς είχαν κάνει μια γνωριμία στη Δασιά που είχαν κατασκηνώσει, από το Club Mediterranée .

    Ένα ζεύγος Παριζιάνων οι οποίοι βάλθηκαν να τρελάνουν το παιδί με τα viens ici και τα non non και που είχαν υποσχεθεί ότι το επόμενο καλοκαίρι θα κατασκήνωναν μαζί τους .

    Ο Blitz, διασωθής από στρατόπεδο συγκέντρωσης των Ναζί ήταν ο εμπνευστής των club. Mαζί με την γυναίκα του Didi είχαν φτιάξει το χωριό Corfoù. Στους φίλους μας άρεσε πολύ, μα προτιμούσαν τη δική μας συντροφιά και υποσχέθηκαν ότι από την επόμενη χρονιά θα ερχόταν με τον Pipsi τον δικό τους γάτο, διακοπές στην Δασιά.

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Μοναξιά και καθρέφτης

    Γράφει η Άννη Νούνεση Έμαθε τον Πρεβέρ απέξω, τα λόγια,...

    Ένα παρά λίγο ολέθριο λάθος

    Γράφει ο Γιώργος Δ. Μπέτης Το στρατόπεδο ήταν στην άκρη...

    Στο καφενείο της φαντασίας με τον Ηλία Πετρόπουλο

    Γράφει η Μαρία Κ. Το σκίτσο από τη σελίδα...

    Στρεβλοποδία

    Γράφει η Ρία Καλφακάκου. Στη φωτογραφία εξωφύλλου πίνακας του...
    -- Διαφήμιση --