17.2 C
Galatsi
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Βραβείο Μαθηματικής Εταιρίας

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Γράφει η Ρία Καλφακάκου

    Ο Ηλίας και η Αλεξάνδρα, οι δύο πρωτότοκοι, ήταν τα πιο όμορφα και έξυπνα, από τα έξη παιδιά της Γεωργίας, ο πιο αγαπημένο της, βέβαια ήταν ο γιός.

    Ο Ηλίας παντού πρώτευε, ιδίως στα μαθηματικά. Αϊνστάιν τον έλεγε ο καθηγητής στο γυμνάσιο. Στην πέμπτη γυμνασίου πήρε και το βραβείο της μαθηματικής εταιρίας για τον τετραγωνισμό του κύκλου, κι ας είχε προφανώς μια αδυναμία στην απόδειξη, γιατί προϋπέθετε γνωστή μια γωνία, και τη διχοτόμο της.

    -- Διαφήμιση --

    Έδωσε εξετάσεις και μπήκε στο πανεπιστήμιο, στο Καποδιστριακό, μετακόμισε στην Αθήνα και νοίκιασε ένα δωμάτιο σε ένα μικρό σπιτάκι με κήπο, κοντά στο κέντρο. Δεν χρειαζόταν να δουλέψει όπως άλλοι φοιτητές, γιατί ο πατέρας του ήταν γνωστός έμπορος στην επαρχιακή πόλη και τούστελνε αρκετά λεφτά. Το αίμα του έβραζε και τάφτιαξε με την όμορφη κόρη της σπιτονοικοκυράς. Ευτυχώς πριν τη διαφθείρει και τον αναγκάσουν να την παντρευτεί, ανέβηκε η μάνα του στην Αθήνα, κατάλαβε τι γίνεται, και τον πήρε άρον άρον να αλλάξει σπίτι.

    Πήγαινε καλά στις σπουδές και, αν και έμπλεξε στις φοιτητικές ταραχές για το Κυπριακό, όπου μαζί με άλλους, πέταγε τα κεραμίδια από τη στέγη του πανεπιστημίου στην αστυνομία, ευτυχώς δεν τον συλλάβανε και δεν τον διαγράψανε από το πανεπιστήμιο.

    -- Διαφήμιση --

    Λίγο πριν δώσει πτυχιακές, ένα μεγάλο δράμα πρόκυψε στην οικογένεια. Η αδελφή του η Αλεξάντρα, έξη χρόνια μεγαλύτερη, εκπάγλου καλλονής όπως λέγανε, είχε παντρευτεί, έναν πλούσιο ράφτη της καλής κοινωνίας της μικρής πόλης. Ο άντρας της τη ζήλευε και την έδερνε. Συνέχεια πήγαινε αυτή κλαίγοντας στο πατρικό ζητώντας βοήθεια. Μετά από τρία χρόνια γάμου δεν είχανε κάνει παιδιά, ώσπου κάποια στιγμή η Αλεξάντρα έμεινε έγκυος. Ποιός ξέρει τι έγινε, κι ο ράφτης πάλι θύμωσε και την έσπασε στο ξύλο.

    Η Αλεξάντρα απέβαλε και κόντεψε να πεθάνει από αιμορραγία.

    Τότε η μάνα της η Γεωργία, Μανιάτισσα με το όνομα, ξέθαψε το πιστόλι του άντρα της που τόχε από τον πρώτο πόλεμο, πήγε στο σπίτι του γαμπρού, και χωρίς πολλά λόγια τον πυροβόλησε. Ο πατέρας ανέλαβε την ευθύνη για το φονικό, για να μείνει η μάνα έξω από τη φυλακή, είχε να φροντίσει τέσσερα μικρά παιδιά-τα δύο από τα έξι είχανε πεθάνει μικρά. Είχε κάτι φίλους στη χωροφυλακή και τον φυγαδεύσανε με πλοίο στη Μασσαλία.

    Έμεινε η οικογένεια χωρίς πόρους. Η Γεωργία κράτησε το μαγαζί όπως όπως, ο Ηλίας στην Αθήνα έψαξε για ιδιαίτερα, για να μπορεί να συνεχίσει να σπουδάζει και να βοηθάει και τη μάνα του.

    Επειδή πάντα συμβαίνουν θαύματα, την Αλεξάντρα, χήρα και στιγματισμένη από το φονικό, ήρθε κι τη ζήτησε ο πλουσιότερος δικηγόρος της πόλης, με σπίτι αρχοντικό και μεγάλη περιουσία. Την είχε ερωτευτεί τρελά πριν ακόμα παντρευτεί το ράφτη, και τώρα, παρά τις αντιρρήσεις των δικών του, έτρεξε κι έπεσε στα πόδια της. Απελπισμένη αυτή πως η ζωή της είχε τελειώσει στα 28, κολακευμένη από τέτοια αγάπη είπε αμέσως το ναι. Παντρεύτηκαν στα γρήγορα, κι ο δικηγόρος κατάφερε να γίνει σύντομα η δίκη και να αθωωθεί ο φερόμενος ως δολοφόνος.

    Ο γερο-Νώντας γύρισε από την εξορία, ξανάνοιξε το μαγαζί, μα όλη τη ζωή του φοβότανε τα αντίποινα από τους συγγενείς του νεκρού. Γι’ αυτό και λίγα χρόνια μετά, πέθανε από ανακοπή, σχετικά νέος ακόμα.

    Εν τω μεταξύ όμως, είχε παντρευτεί κι η άλλη κόρη, με προξενιό στην Αθήνα, βοήθησε κι ο δικηγόρος με την προίκα. Ο μικρότερος γιος, έγινε επιπλοποιός και μάλιστα μεγάλος καλλιτέχνης, έφτιαχνε τα πιο φίνα σκαλιστά σκρίνια και τραπέζια αρ-νουβώ.

    *

    Ο Ηλίας πήρε το πτυχίο του με άριστα και πήγε καθηγητής στο καλύτερο φροντιστήριο της Αθήνας, το περίφημο φροντιστήριο του Πάλλα. Έβγαζε λεφτά, ήταν κοσμοπολίτης κι ήταν από τους λίγους εκείνη την εποχή, που πήγαινε ταξίδια στην Ευρώπη. Είχε πολλές φιλενάδες μα δεν αποφάσιζε να παντρευτεί. Λίγο πριν τον πόλεμο του ’40, αρρώστησε η μάνα του από καρκίνο. Πήγανε στους καλύτερους γιατρούς, δεν σωζότανε, και σε λίγους μήνες πέθανε, και ο Ηλίας ένιωσε να χάνει το στήριγμά του. Στα τελευταία της, εξόρκισε το γιό της να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Αυτός είχε τότε μια φιλεναδούλα στην Αθήνα που δούλευε στην Ηλεκτρική Εταιρία, κοντούλα, καλοφτιαγμένη και γλυκομίλητη. Την πήγε στη μάνα του, και τους έδωσε την ευχή της.

    Περιμένανε να γίνουν τα εξάμηνα, και μετά παντρεύτηκαν, μετακόμισαν στην επαρχιακή πόλη που ζούσαν και τα αδέλφια του, κι εκεί άνοιξε φροντιστήριο. Η Ελπίδα του έκανε δυό κορίτσια, μα με όλη του τη μαθηματική διάνοια, ο Ηλίας ήθελε φανατικά και το γιό. Πριν προλάβει να κάνει κι άλλο παιδί, τον πήρανε στην Αλβανία φαντάρο. Μετά την κατάρρευση του μετώπου, γύρισε με τα πόδια στη γενέτειρά του, ζώντας από τις ελεημοσύνες των χωρικών, στο δρόμο.

    Για να θρέψει την οικογένεια, πήγαινε στα γειτονικά χωριά με το ποδήλατο, φέρνοντας λαχανικά, αυγά και κανα πουλερικό, να τα πουλήσει στην αγορά. Κάτι έραβε κι η Ελπίδα, είχαν κι ένα κηπάκο και τρεις κότες, τη βγάλανε καλά στη Κατοχή, όταν στην Αθήνα πέθαιναν από τη πείνα.

    Μια μέρα τυχαία είδε στην αγορά, τον Ιταλό διοικητή της πόλης, του στρατού κατοχής. Αυτός τον αναγνώρισε και τον φώναξε. Είχανε γνωριστεί στην Ιταλία στα ωραία κοσμοπολίτικα χρόνια. Τον κέρασε καφέ, τον ρώτησε πώς τα βγάζει πέρα. Κάποια στιγμή του λέει, μπορώ να σου βγάλω άδεια να πηγαίνεις τενεκέδες λάδι στην Αθήνα που πεινάει. Μην ανησυχείς δεν σου ζητώ να γίνεις προδότης, δεν θέλω να καταδώσεις κανέναν, έτσι για χάρη της παλιάς φιλίας. Ο Ηλίας το σκέφτηκε πολύ. Μπορούσε να γίνει πλούσιος, ακόμα κι αν πούλαγε το λάδι σε λογικές τιμές, κι όχι μαύρη αγορά. Στον φίλο του είχε εμπιστοσύνη, μα ποιός ξέρει ποιός θαρχότανε μετά στη θέση του. Κι άμα μπλέξεις με αυτούς, δεν ξεμπλέκεις εύκολα. Άσε που θα τούβγαινε το όνομα, θάχε τη ρετσινιά του συνεργάτη. Με βαριά καρδιά είπε όχι. Δέχτηκε κάτι μικροχάρες, να αγοράσει ζάχαρη και σταφίδες που ήταν δυσεύρετα.

    Ευτυχώς που δεν έμπλεξε, γιατί σε κανά χρόνο, ο φίλος του έφυγε, ήρθε Γερμανός διοικητής, κι αυτοί δεν αστειεύονται.

    Μετά την απελευθέρωση, έπρεπε να βρει μια κανονική δουλειά. Αυτό που ήθελε ήταν να διδάσκει μαθηματικά, και να προσπαθεί να βρει λύση σε μερικά από τα άλυτα προβλήματα των μαθηματικών. Όμως οι εποχές ήταν δύσκολες, διορισμοί δεν γίνονταν, για φροντιστήριο ούτε κουβέντα.

    Το σκέφτηκε, είπε να ανοίξει μαγαζί οικοδομικών υλικών, μια και η ανοικοδόμηση είχε ήδη αρχίσει, όσο για το κεφάλαιο είχε κάτι από τον πατέρα του, πούλησε κι ένα σπιτάκι που είχε η Ελπίδα στην Πετρούπολη, το ξεκίνησε. Ευτυχώς αν και φιλελεύθερος και δημοκρατικός, δεν είχε μπλέξει με τους αντάρτες, κι ήταν μεγάλος πια σε ηλικία 35αρης, έτσι γλύτωσε την επιστράτευση στον εθνικό στρατό, στον εμφύλιο-τότε τον λέγαν συμμοριτοπόλεμο. Ο ίδιος απεχθανόταν αυτό τον όρο, και ποτέ δεν μίλησε στα παιδιά του γι’ αυτή την περίοδο, αν και συχνά τους διηγούνταν ιστορίες από το μέτωπο στην Αλβανία, και πως γύρισε εξαθλιωμένος πίσω.

    Η Ελπίδα γέννησε άλλη μια κόρη, προς μεγάλη απογοήτευση της μαθηματικής ιδιοφυίας με τις μανιάτικες προκαταλήψεις. Για πολύ καιρό ο Ηλίας, δεν έδινε καμιά σημασία στο μωρό, κι αυτό η τρίτη κόρη δεν του το συγχώρεσε ποτέ, αν κι αργότερα έγινε η πιο αγαπημένη από όλα τα παιδιά του. Ευτυχώς σε δυό χρόνια ήρθε ο πολυπόθητος γιός, και τότε η Ελπίδα του το ξέκοψε, δεν αντέχω άλλη γέννα. Κουρασμένη από τις εγκυμοσύνες και το μεγάλωμα των παιδιών, είχε χάσει και κάθε διάθεση για τις ερωτικές περιπτύξεις.

    Λόγω δουλειάς ο Ηλίας έκανε τότε πολλά ταξίδια, κάθε χρόνο πήγαινε στη Διεθνή Έκθεση στη Θεσσαλονίκη και συχνά πυκνά στην Αθήνα. Εκεί, αναπλήρωνε την έλλειψη ερωτικής ζωής με τη γυναίκα του, με πρόσκαιρες σχέσεις. 

    Κάποια στιγμή, γνώρισε μια γυναίκα αρκετά νεότερή του, είχε τελειώσει οικονομικά στο πανεπιστήμιο, και είχε ανοίξει μεσιτικό γραφείο. Σύγχρονη, μορφωμένη, φεμινίστρια, τον γοήτευσε. Κι αυτός αν και 46 χρονών πια, ήταν ακόμη ένας ωραίος άντρας.

    Τα μπλέξανε και πρώτη φορά στη ζωή του ο Ηλίας βρέθηκε αθεράπευτα ερωτευμένος. Για να χωρίσει ούτε κουβέντα, τέσσερα παιδιά είχε, τρείς κόρες ανύπαντρες. Αγόρασε ένα σπίτι στην Αθήνα, κι εκεί βρίσκονταν με την Ελπινίκη, κοίτα σύμπτωση να μοιάζουν και τα ονόματα των δύο γυναικών της ζωής του. Πύκνωσαν τα ταξίδια στην Αθήνα, και ζούσε πραγματικά διπλή ζωή, με δύο οικογένειες, κι όλα τα προβλήματα της διπλής καθημερινότητας.

    Όπως ήταν φυσικό, όσο κι αν προσέχανε, κάποια στιγμή η Ελπινίκη έμεινε έγκυος. Θα το κρατήσω του είπε, θα πάρει το επώνυμό μου, αλλά θα βοηθάς στα οικονομικά για το μεγάλωμα του παιδιού. Όσο για το όνομα, εγώ θα το διαλέξω, θα το ονομάσω Άρη, σου αρέσει δεν σου αρέσει- ήτανε κι αριστερή βλέπεις η Ελπινίκη. Άμαθος αυτός από γυναίκες δυναμικές και ανεξάρτητες, δεν ήξερε πως να φερθεί, αλλά ο έρωτάς του φούντωνε με τα χρόνια, αντί να καταλαγιάζει.

    Φυσικά, κάποια στιγμή, καλοθελητές, τα πρόλαβαν στην Ελπίδα, μα αυτή δεν είπε κουβέντα. Αφού ήταν σε άλλη πόλη δεν την πρόσβαλλε η παράνομη σχέση, και άσε που κάπου την βόλευε, γιατί γλύτωσε από τα συζυγικά καθήκοντα. Όσο για τα οικονομικά τίποτα δεν τους έλειψε, ακόμα και για την προίκα των κοριτσιών τάχε τακτοποιημένα ο Ηλίας. Μισή πολυκατοικία του έμεινε από αντιπαροχή κι είχε και χρυσές λίρες στην άκρη.

    Έτσι συνέχιζε ας πούμε αρμονικά, η διπλή ζωή, με τη σιωπή της Ελπίδας, και τους θυμούς της Ελπινίκης, που λες και τροφοδοτούσαν το πάθος τους. Όταν μετά από 15 χρόνια, μια ξαφνική αρρώστια πήρε την Ελπίδα κι έμεινε χήρος, αποφάσισε να πει την αλήθεια στα παιδιά του, και επί τέλους να αποκαταστήσει κοινωνικά τη μεγάλη του αγάπη και τον εξώγαμο γιό του.

    Ευτυχώς οι δυό μεγάλες κόρες ήταν παντρεμένες, η Τρίτη, η χαϊδεμένη του, είχε τελειώσει νομική, δούλευε ασκούμενη σε δικηγορικό γραφείο, κι ήταν μοντέρνα και ανεξάρτητη σαν την ερωμένη του, άλλαζαν και οι καιροί άλλωστε.

    Ζήτησε από την Ελπινίκη να παντρευτούν κι αυτή προς μεγάλη του έκπληξη του αρνήθηκε. Με τα πολλά είπε το ναι, του ξεκαθάρισε πως το κάνει μόνο για χάρη του γιού τους που ήταν ήδη στο γυμνάσιο. Δεν του τη χάριζε ποτέ, αν και ήταν ακόμα ερωτευμένη μαζί του όπως την πρώτη μέρα, κι ας είχαν περάσει τόσα χρόνια.

    Κουμπάρος έγινε ο γιος από τον πρώτο του γάμο, ο Νώντας, φοιτητής του Πολυτεχνείου με επαναστατικές ιδέες.

    Όσο κι αν αγαπούσε τη συγχωρεμένη τη μάνα του, αναγνώριζε πως ο πατέρας του δικαιούνταν να είναι με μια άλλη γυναίκα.

    Κι έτσι υπήρξε χάπυ εντ, όπως τούπε γελώντας η τρίτη κόρη – οι άλλες δυό πιο μεγάλες και συντηρητικές, ως το τέλος του κρατούσαν μούτρα.

    Ο μικρός γιος ο Άρης, μαθηματική ιδιοφυία κι αυτός, έγινε από του πρώτους πληροφορικούς στην Ελλάδα του ’80, με διεθνή αναγνώριση, πήγαινε σε συνέδρια σε όλο τον κόσμο, έβγαζε λεφτά, κάνοντας εμπορικά προγράμματα, μπήκε και στο πανεπιστήμιο επίκουρος, μετά το νόμο του ΠΑΣΟΚ, που κατάργησε την έδρα.

    Ο πατέρας του τον θαύμαζε, παντού τον παίνευε, κι αισθανότανε δικαιωμένος για τις επιλογές του, που ήταν ασύμβατες με την ηθική της δεκαετίας του ’60.

    Ο Άρης αγαπούσε τον πατέρα του, αλλά είχε μεγάλη αδυναμία στη μάνα του, έλεγε ότι είχε πιο πολύπλευρη προσωπικότητα, με την πολιτική της δράση και τις καλλιτεχνικές της ανησυχίες.

    Ο Ηλίας είχε εγγόνια και από τα τέσσερα παιδιά του και τα αγαπούσε όλα πολύ. Μα θες γιατί ήταν η πιο έξυπνη, θες από ενοχές για την αδιαφορία του τα πρώτα χρόνια, πιο μεγάλη αδυναμία είχε στην τρίτη κόρη, και τα παιδιά της ήταν πρώτα στην καρδιά του.

    Όμως ανομολόγητα, με μεγάλη λαχτάρα, περίμενε να δει εγγόνια από τον τελευταίο του γιο, το παιδί του έρωτα. Δυστυχώς, άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε θεός κελεύει. Ο Ηλίας πέθανε  κι αυτός σαν τον πατέρα του από καρδιά, σχετικά νέος, πριν προλάβει να ζήσει κι άλλες χαρές, αφήνοντας απαρηγόρητη την πολύ νεότερή του Ελπινίκη.

    Είχε αφήσει διαθήκη, μοιράζοντας την περιουσία του δίκαια, να μην πικράνει κανένα από τα παιδιά του, εξ άλλου όπως συχνά τους έλεγε, η αγάπη είναι τόσο μεγάλη που όσο και να τη μοιράσεις, πάλι άπειρη είναι.

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Μοναξιά και καθρέφτης

    Γράφει η Άννη Νούνεση Έμαθε τον Πρεβέρ απέξω, τα λόγια,...

    Ένα παρά λίγο ολέθριο λάθος

    Γράφει ο Γιώργος Δ. Μπέτης Το στρατόπεδο ήταν στην άκρη...

    Στο καφενείο της φαντασίας με τον Ηλία Πετρόπουλο

    Γράφει η Μαρία Κ. Το σκίτσο από τη σελίδα...

    Στρεβλοποδία

    Γράφει η Ρία Καλφακάκου. Στη φωτογραφία εξωφύλλου πίνακας του...
    -- Διαφήμιση --