Κείμενο της Ελίζας Τριανταφύλλου στο insideStory το οποίο αναδημοσιεύτηκε με αναρτήσεις στο Facebook.
«Πριν λίγες εβδομάδες στο πλαίσιο ρεπορτάζ, ένας μεγαλοδικηγόρος σε μήνυμα με το οποίο του υπενθύμιζα να μου απαντήσει σε κάτι που τον είχα ρωτήσει επανειλημμένα, μου απάντησε κάτι που δεν θα έγραφε ποτέ σε άντρα συνάδελφό μου:
“Υπομονή, αλλιώς θα νομίζω ότι είμαστε παντρεμένοι”.
Τον άνθρωπο αυτόν δεν τον έχω δει ποτέ από κοντά, είχαμε μιλήσει σύντομα μια δυο φορές στο τηλέφωνο για μια υπόθεση που είχε χειριστεί και έπειτα επειδή ήταν απασχολημένος η επικοινωνία μας είχε περιοριστεί σε γραπτά μηνύματα.
Το μήνυμα με εξόργισε, αλλά το κατάπια και δεν απάντησα κάτι. Ακολούθησε νέο μήνυμα: “επίσης θα πρέπει να έχω μια εικόνα για το πού θα κινηθεί το κείμενο σου”.
Πήρα δύο ανάσες και του έγραψα: “Βασικά τίποτα δεν ‘πρέπει’ και σίγουρα δεν συνηθίζω να μοιράζομαι με κανέναν πλην συνεργατών το πού θα κινηθεί το κείμενό μου”.
Ακολούθησε σειρά προσβλητικών μηνυμάτων για την ανατροφή μου και άλλα τέτοια, τα οποία άφησα αναπάντητα. Ωστόσο ακόμη σκέφτομαι τι θα μπορούσα να απαντήσω στο πρώτο μήνυμα, ώστε να μην φανώ “εύθικτη”, “υστερική”, “υπερβολική”, “αγενής” ή άτομο που “δεν σηκώνει μια πλάκα”. Τι θα απαντούσε ένας άντρας άραγε σε κάτι ανάλογο;
Τον σεξισμό στην καθημερινή ζωή άπαξ και τον αντιληφθείς ως τέτοιον, δεν μπορείς να τον “ξεδείς”. Κάποτε όταν έμπαινα σε μια αίθουσα με κόσμο και έβλεπα ανθρώπους, δεν τους ξεχώριζα σε άντρες και γυναίκες. Πλέον δυσκολεύομαι.
Τα τελευταία χρόνια, στη δουλειά είναι πολλές οι φορές που οι συνομιλητές μου, μού θυμίζουν με τον τρόπο τους, άλλοτε έμμεσα άλλοτε άμεσα ότι είμαι “γυναίκα”. Ότι δηλαδή δεν είμαι ισότιμη συνομιλήτρια με τον συνάδελφο που κάθεται δίπλα μου. Θα μιλήσουν πιο άνετα μπροστά σε έναν άντρα, θα μου ζητήσουν συγγνώμη αν βρίσουν μπροστά μου, υπονοώντας ότι είμαι γυναίκα και άρα “ευαίσθητη” σε “κακές” λέξεις ή ότι πρέπει μου να φέρονται με προσποιητό σεβασμό σε σχέση με έναν άνδρα συνάδελφο, με τον οποίον μπορούν να μιλάνε πιο ανοιχτά, χωρίς να μετράνε τα λόγια τους.
Άλλες φορές, δεν θα με κοιτάξουν καν και θα μιλάνε μόνο στον συνάδελφο ή θα ρωτήσω κάτι και θα είναι σαν να μην άνοιξα ποτέ το στόμα μου. Θα χρησιμοποιήσουν λέξεις όπως “κούκλα μου”, “κοπέλα μου” και άλλα τέτοια.
Οι γυναίκες πρέπει πάντα να προσπαθούν διπλά για να αποδείξουν ότι αξίζουν όσο ένας “άντρας”. Ό,τι κι αν σημαίνει αυτό. Και δεν αρκεί να αποδείξουμε την αξία μας με τη δουλειά μας, μόνο μια φορά. Πρέπει να το κάνουμε συνεχώς. Αυτό ισχύει σε όλα τα επαγγέλματα. Η δημοσιογραφία δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση».