17.2 C
Galatsi
Παρασκευή, 17 Μαΐου, 2024
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ

    Ο χαμένος αιμοσταγής επαναστάτης της 3ης του Δεκέμβρη

    Ημερομηνία:

    -- Διαφήμιση --

    Γράφει ο Αποστόλης Ραζής

    Χούντα βαθιά, πηχτή κι ασήκωτη σα τάφος λασπωμένος.
    Τρίτη απόγευμα, τρεις του Δεκέμβρη 1968 στο «9ον Δημοτικόν Σχολείον Ζωγράφου.
    Απογευματινοί, στην τρίτη δημοτικού κάνουμε ωδική και προετοιμαζόμαστε για τα επερχόμενα Χριστούγεννα. Η κυρία Βούλα διευθύνει με την εμβρίθεια ενός Mπαρεμπόυμ το κοντσέρτο για “Χιόνια στο καμπαναριόόόόόόόόόόόό” κλπ. Είναι αργά το απόγευμα και πρέπει να υποστούμε τις χαρές μιας ακόμη φάλτσας ώρας ωδικής. Ανοίγει η πόρτα σιγανά, σχεδόν ανεπαίσθητα, η ασώματος κεφαλή προβάλλει στο άνοιγμα της.

    Ο κύριος διευθυντής κάνει νόημα στην Κυρία μας, πλησιάζει με τα μικρά της βηματάκια σχεδόν ακροποδητί, γέρνει στο δεξί αυτί, όλο σεβαστική προσμονή. Τις λέει κάτι ψιθυριστά κι ένα ξερό «μάλιστα» της δασκάλας, μας υποδεικνύει την πρέπουσα απάντηση στην εξουσία. Πριν συνεχίσουμε, μας ανακοινώνει, ότι σήμερα μετά το μάθημα θα κάνουμε μια μικρή γιορτή και θα έρθει και ο «δήμαρχος Καζάκος».

    -- Διαφήμιση --

    Χαρήκαμε κι εμείς, ως παιδάκια εν αναμονή της γιορτής, γεμάτα απορία για το θέμα.
    Συνεχίσαμε, τραγουδώντας με μεγαλύτερη όρεξη, ο καθείς και η αγαπημένη του οκτάβα…
    Καμιά φορά χτύπησε το κουδούνι για διάλειμμα και ξεχυθήκαμε στο μισοσκότεινο προαύλιο απαλλάσσοντας την αγαπημένη κυρία Βούλα απ’ το μαρτύριο της. Στο διάδρομο ένστολοι, αστυφύλακες, διάφοροι κύριοι γραβατωμένοι με σκούρα κοστούμια σα μύγες γύρω από το δήμαρχο. Κάτι στρατιωτικοί με την ζώνη χιαστί, καλογυαλισμένοι με τα πηλήκια ανά χείρας. Κάπου εκεί κι ο γνωστός Λαδάς, ο γείτονας με το σχολείο μας: Δυο σπίτια παραπέρα. Με τους φρουρούς του, το σκούρο γυαλί νυχτιάτικα και το μουστάκι ποντικοουρά. Σα φτηνοχαφιές στα γήπεδα. Ανάμεσα τους κι ο αστυνομικός διευθυντής του Ζωγράφου.

    Τον θυμάμαι καλά, όταν πριν κάνα χρόνο προπηλάκιζε την μαμά μου στη βίλα Κοτοπούλη, τότε αστυνομικό τμήμα Ζωγράφου. Μας είχαν καλέσει οικογενειακώς στο τμήμα «δι’ υπόθεσιν μας». Μαμά και δύο παιδιά. Ο ένας τρία και κάτι ψηλά, ο άλλος οκτώ και κάτι χοντρά. Οι μεγάλοι αρσενικοί της οικογένειας, μπαμπάς και παππούς παραθέριζαν αντάμα με έξοδα του κράτους στη Γυάρο… Μαύρα φίδια με ζώσανε, μάλλον γιορτή για την «εθνοσωτήριο επανάσταση» θα ‘ταν. Όλα ξύπνησαν μέσα μου ολοζώντανα σα να ’ταν χθες το πρωί. Μας είχε κατατρομάξει, με τα παλιόλογα που έλεγε στη μαμά μας , τη Ζήνα, αλλά δεν κλάψαμε. Ο μικρός που κάτι πήγε να μιξοκλάψει του ‘σφιξα το χέρι με όλη μου τη δύναμη λέγοντας μη κλάψεις, μη κλάψεις… Κι αυτός ο κακομοίρης «στέγνωσε» δια μιας.

    -- Διαφήμιση --

    Στον φαρδύ διάδρομο του ισογείου κάναμε γραμμές όλα τα παιδάκια, μικρά και μεγάλα, και με τις «προηγμένες εκπαιδευτικές μεθόδους» της εποχής μας επιβλήθηκε ο σκασμός. Ο κύριος διευθυντής μας εξήγησε ότι σαν σήμερα στις 3 Δεκεμβρίου 1944 «επανεστάτησαν οι εαμοβούλγαροι κουμμουνισταί (sic) εναντίον των Ελλήνων». Το πράγμα άρχισε να ’χει ενδιαφέρον, διότι εγώ προσωπικά κατέτασσα τον εαυτό μου μεταξύ των εαμοσλαύων κομμουνιστών. Μεγαλωμένος ως μασκότ του ελληνοσοβιετικού συνδέσμου και trade mark της Σοβιετικής πρεσβείας όταν ήταν στην Ηρώδου του Αττικού. Για να μη πω ότι από μικρός τ’ όνειρο μου ήταν να γίνω Κοζάκος Σοβιετικός κοσμοναύτης. Όλα αυτά μαζί και ταυτοχρόνως.

    Θαυμαστής φανατικός του Νικήτα Χρουστσόφ και του Γιούρι Γκαγκάριν. Γλυκονανουρισμένος στα γραφεία της Ε.Δ.Α. και βολταρισμένος σε τίποτα λιγότερο από τις πορείες ειρήνης του ’65 και ’66. Φορούσα και πλακάτ στο λαιμό μαύρο που είχε δεξιά κι αριστερά στο σήμα της ειρήνης και του αφοπλισμού με την λέξη Ειρήνη στη μέση, μου το είχε φτιάξει η μαμά. Σε όλη αυτή την ιδεολογικο-πολιτική πανοπλία προστέθηκαν και οι φυλακισμένοι του ’67 πού ήταν όλοι συγγενείς, γνωστοί και φίλοι.

    Η σεμνή αυτή τελετή ξεκίνησε όταν μας απηύθυνε τον «δεκάρικο» του, ο διορισμένος χουντικός δήμαρχος Ζωγράφου και μας είπε πόσο κακός ήταν ο «κουμμουνισμός» και «πόσον ανένηψε η μητέρα Ελλάς μετά την επανάστασις της 21ης Απριλίου». Και μετά η σεμνή αυτή τελετή» απογειώθηκε εντελώς: Ανέβηκε στο βήμα ο αστυνομικός διευθυντής και ξεκίνησε να διηγείται μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ιστορία: Σαν σήμερα την τρίτην Δεκεμβρίου του 1944 οι “κουμμουνισταί”  εστασίασαν και επετέθησαν στους Έλληνας. Όποιους δε αιχμαλώτιζαν τους έβγαζαν τα μάτια και γέμιζαν καλάθια, μετά τους έσφαζαν με σκουριασμένα κονσερβοκούτια! Προφανώς για να πάθουν και τέτανο.

    Εικόνες καλαθιών με μάτια και σφάξιμο με κονσερβοκούτια άρχισαν σουλατσάρουν στο μυαλό του εννιάχρονου. Επιτέλους, κάποτε τους νικήσαμε και τους ξεφτιλίσαμε! Βέβαια το σφάξιμο με κονσερβοκούτι μου φαινόταν κάπως δύσκολο, τεχνικά μιλώντας. Είχα κάποτε κοπεί κι ο ίδιος με κορνμπίφ, δεν κατείχα τόσο καλά την τεχνική, μόνο τη λαιμαργία μου. Όσο για τα μάτια κάποιος τρόπος θα υπήρχε, μάλλον τιρμπουσόν, μπορεί και κουταλάκι του γλυκού, καθώς και καλάθια που βάζουμε αβγά. Δεν με απασχολούσε καθόλου το σουρεαλιστικό και παράλογο του όλου πράγματος. Προπαγάνδα για 9χρονους!

    Απ’ την άλλη, αγαλλίαση και περηφάνια για τα κατορθώματα των πολιτικο-ιδεολογικών μου
    προγόνων. Αμέσως με φαντάστηκα σαν ένα είδος Νετσάγιεφ προσαρμοσμένο στα δικά μου
    μέτρα. Σάμπως ήξερα πότε, που και ποιος ήταν ο Νετσάγιεφ; Όλα ήταν καθαρά πλέον, μανιχαΐστική προσέγγιση, αυτοί κι εμείς! Δεν χρειάστηκε ν’ ακούσω τίποτε άλλο. Η Αποκάλυψη ήταν εκεί μπροστά μου και ήμουν ενθουσιασμένος. Κάποτε τους νικήσαμε! Φούσκωσαν τα πνευμόνια μου, ένοιωσα ότι μπορούσα να τα εφαρμόσω όλα αυτά με απέραντη χαρά στο σκουλήκι με τα γαλόνια που μας έλεγε τις μυθιστορίες. Οι προπηλακισμοί στη μαμά, οι προσβολές και το σφίξιμο στο μπράτσο του Αντώνη, δεν εγκατέλειψαν ποτέ τη μνήμη μου. Θα με δυσκόλευε λιγάκι το κονσερβοκούτι, αλλά κάπως θα τα βόλευα.

    Μέσα σ’ όλα πάθαμε και μια «Πολεμική Αρετή των Ελλήνων» γιατί είμαστε αήττητοι, ατρόμητοι μαχητές, γνήσιοι απόγονοι Σαλαμινομάχων, Τουρκοφάγων, αυριανοί πολεμιστές της Πατρίδος και του ελευθέρου κόσμου». «Που στο Γράμμο στο Βίτσι και στην Κορέα δείξανε στους κόκκινους τι θα πει ελευτεριά» Βέβαια μέχρι τότε δεν ήξερα τι είναι το γνήσιον αλλά υπέθεσα ότι επειδή το έγραφε πάνω στο γιαούρτι και το κονιάκ του μπαμπά θα είναι κάτι το φαγώσιμο. Έμπλεος υπερηφάνειας και πολεμικής αρετής έκανα σχέδια για κονσερβοκούτια, όχι ιδιαίτερα σκουριασμένα γιατί λερώνεις και τα χέρια σου.

    Σχολάσαμε. Ο πάνω δρόμος για το σπίτι, φωτεινός. Πέρναγε κι απ’ το σπίτι του Λαδά.
    Προτίμησα τον κάτω, απ’ την Περιάνδρου που ήταν σκοτεινότερος. Βήμα περήφανο, στακάτο, γρήγορο. Σκίζω τα σκοτάδια του απογευματινού Δεκέμβρη και σκέφτομαι πως θα επαναλάβω τους άθλους του ’44. Με το κεφάλι ψηλά φτάνω στην Μαράτου, στο σπίτι. Ο μπαμπάς μου ο Φήμης ο προσωπικός πολιτικός μου καθοδηγητής και άρτι απολυμένος απ’ τη Γυάρο. Του διηγούμαι τα πάντα απνευστί. Το μάτι μου γυαλίζει κι αυτό φαίνεται, είμαι ενθουσιασμένος κι αποφασισμένος. Ο μπαμπάς αναλαμβάνει να μου εξηγήσει.

    «Όχι δεν έγιναν έτσι τα πράγματα. Ψέματα λένε για να τρομάζουν τα παιδιά και τον κόσμο». Μαθαίνω σ’ ένα βράδυ μέσα, τον Δεκέμβρη του ’44 κι ότι ακολούθησε. Η Ελλάδα ολόκληρη με την αριστερά παρούσα κι ολοζώντανη σε μια πολύ σκοτεινή της ώρα. Κι όλα ποτισμένα από τις οικογενειακές μας περιπέτειες. Η λογική συγκρούεται με το νιονιό, που τότε διέθετα, δεν κερδίζει απόλυτα και φέρνει την απογοήτευση. Τη στενοχώρια, τότε, θα την απαλύνει αρκετά το γεγονός ότι «οι κομμουνιστές είναι πάνω απ’ όλα άνθρωποι και αγαπούν όλο τον κόσμο. Σέβονται τη ζωή των άλλων, που όμως πολύ εύκολα προσφέρουν οι ίδιοι για έναν καλύτερο κόσμο». Πόνος και περηφάνεια μαζί.

    Κρίμα, η αριστερά έχασε τότε έναν αποφασισμένο αιμοσταγή επαναστάτη στα σπάργανα. Φαντάζομαι όμως, κάτι μου ‘μείνε κι εμένα και του κόσμου που γλίτωσε.

    ΜΟΙΡΑΣΤΕΊΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

    ΕΓΓΡΑΦΗ

    -- Διαφήμιση --

    ΠΡΟΣΦΑΤΑ

    ΣΧΕΤΙΚΑ
    ΑΡΘΡΑ

    Αντίσταση είναι όταν φροντίζω, αυτό που δεν μου αρέσει, να μην συνεχίζεται

    Σαν σήμερα 9 Μαΐου, του 1976, βρέθηκε απαγχονισμένη στο...

    Εγκλήματα της νέο-αποικιοκρατίας στην Παλαιστίνη

    Με τη φράση «Το βασικό όμως είναι εμείς, οι...

    Μάνος Χατζιδάκις: “Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι”

    Δημοσίευμα στην ιστοσελίδα musicpaper.gr στις 8 Μαΐου 2012 O Mάνος...

    Μάης ’68 με τη ματιά του Μάκη Καβουριάρη

    «Ο Μάκης ήταν μία εμβληματική μορφή για όλους εμάς...
    -- Διαφήμιση --